ΩΡΑ...

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2014

Richard Sorge, ο κατάσκοπος που άλλαξε την ιστορία


Ο Richard Sorge γεννήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 1895 στον οικισμό του Sabunchi, ένα προάστιο του Baku του Azerbaijan, που τότε ανήκε στη Ρώσικη Αυτοκρατορία. Ήταν ο νεότερος από τα εννέα παιδιά του Wilhelm Richard Sorge, ενός Γερμανού μηχανικού ορυχείων που εργαζόταν για την «Caucasian Oil Company», και της Ρωσίδας συζύγου Nina Semionovna Kobieleva. 
 

Όταν, λίγα χρόνια αργότερα, έληξε η σύμβαση του πατέρα του με την εταιρία του, οι Sorge μετακόμισαν στη Γερμανία, στο Βερολίνο. Εκεί ο μικρός Richard μεγάλωσε κάτω από την επήρεια του Friedrich Adolf Sorge, ενός θείου του, που ήταν συνεργάτης των Karl Marx και Friedrich Engels.
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1914 και τον Οκτώβριο ο Richard στρατολογήθηκε στο γερμανικό στρατό, στο Πυροβολικό.  Υπηρέτησε στο Δυτικό Μέτωπο και τραυματίστηκε σοβαρά το Μάρτιο του 1916, όταν μια οβίδα Shrapnel του έκοψε τρία απ’ τα δάχτυλά του και έσπασε και τα δύο του πόδια, αφήνοντάς τον κουτσό για όλη την υπόλοιπη ζωή του. Εξαιτίας του τραυματισμού του πήρε προαγωγή, παρασημοφορήθηκε με τον «Σιδηρούν Σταυρό» και αργότερα πήρε ιατρικό εξιτήριο και επέστρεψε στο σπίτι του.
 

Στη διάρκεια της ανάρρωσής του στο σπίτι του διάβασε Karl Marx και έγινε κομμουνιστής, κυρίως λόγω της επιρροής της νοσοκόμας του με την οποία είχε αναπτύξει σχέση και του πατέρα της, ο οποίος ήταν μαρξιστής. Όταν τελικά έγινε καλά πέρασε το υπόλοιπο διάστημα του πολέμου σπουδάζοντας οικονομικές επιστήμες στα πανεπιστήμια του Βερολίνου, του Κιέλου και του Αμβούργου. Τελικά πήρε το διδακτορικό του στις πολιτικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, τον Αύγουστο του 1919. Με την αποφοίτησή του έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γερμανίας κάτι που τον οδήγησε σε απόλυση τόσο από την εργασία του ως εκπαιδευτικού όσο κι απ’ την επόμενη ως εργάτη ορυχείων εξόρυξης άνθρακα. Μην έχοντας τρόπο να ζήσει στη Γερμανία κατέφυγε στη  Σοβιετική Ένωση, όπου έγινε παράγοντας, αν και περιορισμένης ισχύος, στην Comintern στη Μόσχα.
Αργότερα με κάλυψη τη δημοσιογραφική του ιδιότητα στάλθηκε σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες προκειμένου να αξιολογήσει τη δυνατότητα ξεσπάσματος κομμουνιστικών επαναστάσεων εκεί.
 
Από το 1920 έως το 1922 ο Sorge έζησε στο Solingen της Γερμανίας όπου γνώρισε την Christiane Gerlach, σύζυγο του Dr Kurt Albert Gerlach, ενός πλούσιου κομμουνιστή, καθηγητή πολιτικών επιστημών στο Κίελο, ο οποίος είχε μαθητή τον Sorge. Ο Sorge ήταν τόσο όμορφος και χαρισματικός, που ήταν ακαταμάχητος για τις γυναίκες, ενώ τύχαινε θαυμασμού κι από τους άνδρες. Χρόνια αργότερα η Christiane Gerlach περιέγραψε την πρώτη της συνάντηση με τον Sorge:
«Ήταν σαν ένα κτύπημα κεραυνού που πέρασε μέσα μου. Σ’ αυτό το ένα δευτερόλεπτο κάτι ξύπνησε μέσα μου που είχε αποκοιμηθεί μέχρι εκείνη την ώρα, κάτι επικίνδυνο, σκούρο, αναπόφευκτο...».
Εξίσου όμως γοητεύτηκε και ο καθηγητής Gerlach, ο σύζυγός της Christiane, ο οποίος συμφώνησε τελικά σε ένα φιλικό διαζύγιο, και ο Sorge με την Christiane παντρεύτηκαν τον Μάιο του 1921.
Το 1922 οι Sorge μετακόμισαν στη Φρανκφούρτη, όπου ο Richard συγκέντρωσε πληροφορίες σχετικά με την επιχειρηματική κοινότητα της πόλης. Το καλοκαίρι του 1923, πήρε μέρος στο συνέδριο της «Πρώτης μαρξιστικής εβδομάδας εργασίας» στο Ilmenau της Γερμανίας. Ο Sorge συνέχισε τη δουλειά του ως δημοσιογράφος, ενώ παράλληλα βοήθησε στη διοργάνωση της βιβλιοθήκης του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών, η οποία ήταν ένα νέο forum ιδεών στη Φρανκφούρτη.
Το 1924, οι Sorge μετακόμισαν στη Μόσχα, όπου ο Richard εντάχθηκε επίσημα στο «Τμήμα Διεθνούς Συνδέσμου» της Comintern, η οποία ήταν επίσης μια υπηρεσία συλλογής πληροφοριών. Οι ατέλειωτες ώρες ενασχόλησής του με την υπηρεσία του οδήγησαν τελικά στο διαζύγιο του Sorge με τη σύζυγό του. Το 1929, ο Sorge έγινε μέλος του «4ου Τμήματος του Κόκκινου Στρατού», της υπηρεσίας στρατιωτικών πληροφοριών, η οποία αργότερα έγινε διαβόητη με τα αρχικά GRU, και την οποία ο Sorge υπηρέτησε μέχρι το τέλος της ζωής του.
 
Η υπηρεσία του τον έστειλε το 1929 στη Βρετανία, προκειμένου να μελετήσει το εργατικό κίνημα εκεί, το καθεστώς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας, καθώς και τις πολιτικές και οικονομικές συνθήκες της χώρας. Οι εντολές του ήταν ρητές: Δεν έπρεπε να αποκαλυφθεί η ταυτότητά του και έπρεπε σε κάθε περίπτωση να παραμείνει έξω από την πολιτική.
Τον Νοέμβριο του 1929, ο Sorge στάλθηκε στη Γερμανία. Είχε εντολή σε καμία περίπτωση να μη συνδεθεί με αριστερούς ακτιβιστές. Για την κάλυψή του προσλήφθηκε ως δημοσιογράφος στη γεωργική εφημερίδα ‘’Deutsche Getreide-Zeitung’’.
Το 1930 ο Sorge στάλθηκε στην Σαγκάη. Ως κάλυψη μεταχειρίστηκε την ιδιότητα του συντάκτη της ‘’Γερμανικής υπηρεσίας ειδήσεων’’ και του δημοσιογράφου της εφημερίδας ‘’Frankfurter Zeitung’’. Στη Σαγκάη ο Sorge ήρθε σε επαφή με έναν άλλο παράγοντα, τον Max Clausen και συναντήθηκε επίσης με τη Γερμανίδα Ursula Kuczynski, η οποία ήταν μια ακόμη σοβιετική πράκτορας και τον Αμερικανό Agnes Smedley, έναν πολύ γνωστό αριστερό δημοσιογράφο, ο οποίος εργαζόταν επίσης για την ‘’Frankfurter Zeitung’’.
 

Ως δημοσιογράφος ο Sorge κατάφερε να καθιερωθεί ως ειδήμονας αναφορικά με την κινεζική γεωργία. Μ’ αυτό του το ρόλο, ταξίδεψε σε όλη τη χώρα και ήρθε σε επαφή με τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας. Τον Ιανουάριο του 1932, ο Sorge μετέφερε στη Μόσχα πληροφορίες για μάχες μεταξύ κινεζικών και ιαπωνικών στρατευμάτων στους δρόμους της Σαγκάης. Τον ίδιο Δεκέμβριο ο Sorge ανεκλήθη στη Μόσχα.
Με την επιστροφή του στη Μόσχα ο Sorge έγραψε ένα βιβλίο σχετικά με την κινεζική γεωργία. Λίγο καιρό αργότερα παντρεύτηκε την Yekaterina Maximova (Katya), μια Ρωσίδα που είχε γνωρίσει στην Κίνα και έφερε πίσω μαζί του στη Ρωσία.
Μετά την κατάκτηση της Μαντζουρίας από την Ιαπωνία το 1931, η Μόσχα φοβήθηκε ότι η Ιαπωνική επιθετικότητα μπορεί να στρεφόταν προς τη Σοβιετική Άπω Ανατολή. Έτσι τον Μάιο του 1933, η GRU αποφάσισε να αποστείλει τον Sorge στην Ιαπωνία, προκειμένου να οργανώσει εκεί ένα δίκτυο πληροφοριών, με στόχο να ανακαλύψει τις προθέσεις της Ιαπωνίας έναντι της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Sorge με το κωδικό όνομα «Ramsay» πήγε αρχικά στο Βερολίνο, για να ανανεώσει τις επαφές του στη Γερμανία και για να αποκτήσει μια νέα αποστολή από μια εφημερίδα ως κάλυψη.
Στο Βερολίνο κατάφερε να παρεισφρήσει στις τάξεις των Ναζί, διάβασε πολύ ναζιστική προπαγάνδα, ιδίως το ‘’Mein Kampf’’ του Αδόλφου Χίτλερ και πήγε σε πάμπολλες μπιραρίες επιδιώκοντας νέες γνωριμίες, όπου κατανάλωσε τεράστιες ποσότητες αλκοόλ. Η συνεχής και μεγάλη κατανάλωση ποτού δεν επέτρεψε σε κανέναν Ναζί να υποψιαστεί το ρόλο του Sorge, ενώ ο ίδιος έλεγε για εκείνη την εποχή:
«Αυτό ήταν το πιο γενναίο πράγμα που έκανα ποτέ. Ποτέ δεν θα είμαι σε θέση να πιω αρκετά ώστε να αντισταθμίσω αυτή την εποχή».

Αναφορικά με την κάλυψή του, κατάφερε να συνάψει συμφωνία με δύο εφημερίδες, την ‘’Berliner Zeitung Börsen’’ και την ‘’Tägliche Rundschau’’, προκειμένου να αποστέλλει ως ανταποκριτής τους νέα από την Ιαπωνία, ενώ παρόμοια συμφωνία έκλεισε με το ναζιστικό θεωρητικό περιοδικό ‘’Geopolitik’’. Μάλιστα προσδοκούσε ότι θα κατάφερνε να κλείσει αργότερα μια παρόμοια συμφωνία με την εφημερίδα ‘’Frankfurter Zeitung’’.
Από τις εφημερίδες με τις οποίες συνεργαζόταν του δόθηκε μια συστατική επιστολή για ένα Γερμανό αξιωματικό του στρατού, τον συνταγματάρχη Eugen Ott, ο οποίος ήταν ο νέος στρατιωτικός ακόλουθος στο Τόκιο και έμελε να συνδέσει τη ζωή του με τη ζωή του Sorge.
Τελικά τον Αύγουστο του 1933 πήγε αρχικά στις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής κι από εκεί πέρασε στη Yokohama της Ιαπωνίας στις 6 Σεπτεμβρίου 1933.
Η διοίκηση της GRU τον είχε προειδοποιήσει να μην έρθει σε επαφή με το παράνομο Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιαπωνίας ή με τη σοβιετική πρεσβεία στο Τόκιο. Το δίκτυο πληροφοριών που οργάνωσε στην Ιαπωνία περιελάμβανε τον αξιωματικό του Κόκκινου Στρατού Max Clausen, ο οποίος χειρίζονταν τον ασύρματο, τον παλιό του γνώριμο δημοσιογράφο Hotsumi Ozaki, δημοσιογράφο της ιαπωνικής εφημερίδας ‘’Asahi Shimbun’’, και δύο άλλους παράγοντες της Comintern, τον Branko Vukelić, ένα δημοσιογράφο που εργαζόταν για το γαλλικό περιοδικό ‘’Vu’’ και έναν Ιάπωνα δημοσιογράφο, τον Miyagi Yotoku, ο οποίος εργαζόταν σε μια αγγλόφωνη εφημερίδα ως διαφημιστής. Παράλληλα η σύζυγος του Max Clausen, Άννα, απασχολήθηκε στο δίκτυο ως ταχυμεταφορέας, μερικής ωστόσο απασχόλησης. Τέλος ο Sorge κατάφερε το 1936 να στρατολογήσει ακόμη την 25χρονη σερβιτόρα Hanako Ishii, με την οποία συνδέθηκε συναισθηματικά.
Από το καλοκαίρι του 1937, ο Max Clausen επιχειρούσε κάτω από την κάλυψη της επιχείρησης ‘’Μ. Clausen Shokai, προμηθευτές μηχανημάτων και υπηρεσιών αναπαραγωγής ήχου’’. Η επιχείρηση είχε στηθεί με Σοβιετικά κεφάλαια ως προκάλυψη, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να γνωρίσει με την πάροδο του χρόνου εμπορική επιτυχία.
 

Μεταξύ 1933 και 1934 πράκτορες του Sorge κατάφεραν να προσεγγίσουν ανώτερους πολιτικούς και πήραν πληροφορίες για την ιαπωνική εξωτερική πολιτική. Πιο σημαντικό μέλος του δικτύου, μετά από τον Sorge, ήταν ο Hotsumi Ozaki, ένας εξαιρετικά σεβαστός εμπειρογνωμόνων για την Κίνα, με ισχυρές πολιτικές επαφές. Ένας από τους φίλους του ήταν ο γενικός γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου, με πρωθυπουργό τον πρίγκιπα Fumimaro Konoye. Ο Konoye αργότερα προσέλαβε τον Ozaki ως σύμβουλο του υπουργικού συμβουλίου και ο Ozaki μετακόμισε σε ένα γραφείο στην επίσημη κατοικία του πρωθυπουργού, όπου είχε πρόσβαση σε διαβαθμισμένα έγγραφα, εργαζόμενος για την εξωτερική πολιτική της ιαπωνικής κυβέρνησης. Οι πληροφορίες και οι εκτιμήσεις του Ozaki έγιναν πια τα βασικά στοιχεία των εκθέσεων του Sorge προς τη Μόσχα.
Θέλοντας να γίνει αποδεκτός από τους ναζί αξιωματούχους έγινε μέλος του Ναζιστικού κόμματος, και συνάμα ευπρόσδεκτος στη γερμανική πρεσβεία στο Τόκιο, όπου στις συζητήσεις του με Γερμανούς αξιωματούχους της πρεσβείας, παρουσίαζε τις απόψεις του Ozaki ως δικές του,  γεγονός που ενίσχυε περαιτέρω την αξία του ως αξιόπιστου εμπειρογνώμονα. Οι αναλύσεις του βρήκαν το στόχο τους: Ο Sorge έγινε πολύ αγαπητός στους κύκλους της πρεσβείας και πολλοί διπλωμάτες, συμπεριλαμβανομένου του πρεσβευτή στην Ιαπωνία εκείνη την εποχή, Eduard Willy Kurt Herbert von Dirksen, εκτιμούσαν τις απόψεις και τις αναλύσεις του.
 
Ο Sorge δεν προσποιούνταν ότι ήταν ένθερμος Ναζί. Συχνά είχε εκφράσει περιφρόνηση για τη ναζιστική υπερβολή και την ηλιθιότητα ορισμένων ηγετών του κόμματος. Περιέργως, αυτό ενίσχυσε παρά υπονόμευσε την αξιοπιστία του. Σίγουρα κάποιος που τολμούσε να μιλά τόσο ελεύθερα δεν θα ήταν κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που έδειχνε, δηλαδή ένας σοβαρός μελετητής και πατριώτης, του οποίου το αμβλύ λεξιλόγιο και οι πληγές του από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο πιστοποιούσαν την αυθεντικότητά του. Δυο ακόμη πτυχές της «κάλυψής του» ήταν εξίσου γνήσιες: η τάση του για μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ και το κυνήγι των γυναικών. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Agnes Smedley, σύντροφος του Sorge στα διάφορα μπαρ, έγραψε αργότερα γι’ αυτόν ότι «δημιούργησε την εντύπωση ότι είναι ένας playboy, σχεδόν ένας σπάταλος, μια εικόνα πολύ αντίθετη από ένα σοβαρό και επικίνδυνο κατάσκοπο».
Τον Οκτώβριο του 1934, ο συνταγματάρχης Ott κάλεσε τον Sorge να τον συνοδεύσει σε μια περιοδεία στη Μαντζουρία. Ο Sorge έγραψε μια έκθεση για την επίσκεψή τους εκεί, την οποία ο Ott διαβίβασε στα υψηλά κλιμάκια στο Βερολίνο, όπου και κέρδισε τον έπαινο. Με τον τρόπο αυτό ο Sorge έγινε ο πιο έμπιστος σύμβουλος του Ott για την ιαπωνική πολιτική και έγινε δεκτός στο σπίτι του και λίγο καιρό μετά στο κρεβάτι της Helma Ott, γυναίκας του συνταγματάρχη. Ο Sorge ως αθεράπευτος γυναικάς επέλεξε να θέσει σε κίνδυνο τη σχέση του με το στρατιωτικό ακόλουθο, αν μαθευόταν η σχέση του με τη γυναίκα του, ποντάροντας στο γεγονός ότι πλέον ήταν πολύ χρήσιμος για τον Ott. Πράγματι, όταν έμαθε ο Ott τη σχέση του Sorge με τη γυναίκα του επέλεξε να παραβλέψει το γεγονός, πιστεύοντας, σωστά, ότι σύντομα θα έπαιρνε προαγωγή χάρη στον Sorge. Ο Ott εκτιμούσε πολύ τις ιδέες του Sorge για την Ιαπωνία για να επιτρέψει αυτή η μικρή αδιακρισία να καταστρέψει τη σχέση τους. Άλλωστε ένα από τα αγαπημένα επίθετα του Ott για τον Sorge ήταν ‘’der Unwiderstehliche’’ (ο ακαταμάχητος) και ο συνταγματάρχης, όντας κάτω απ’ τη γοητεία του Sorge, ήταν πρόθυμος να του συγχωρέσει πολύ μεγαλύτερα σφάλματα από μια μικρή περιπέτεια με τη σύζυγό του.
 

Την άνοιξη του 1936, η δουλειά τριών ετών του Sorge άρχισε να αποδίδει καρπούς. Ο Eugen Ott έμαθε από τις επαφές του στον ιαπωνικό στρατό τις μυστικές διαπραγματεύσεις Γερμανίας - Ιαπωνίας, οι οποίες αργότερα έγιναν γνωστές ως το «Σύμφωνο Anti-Comintern», μια de facto αντι-σοβιετική συνθήκη. Οι διαπραγματεύσεις διεξήχθησαν στο Βερολίνο, και η γερμανική πρεσβεία στο Τόκιο κρατήθηκε στο σκοτάδι. Ο Ott μοιράστηκε αυτή την πληροφορία μόνο με τον Πρέσβη Herbert von Dirksen και με τον Sorge. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ο Sorge και η GRU να γνωρίζουν για τις διαπραγματεύσεις, οι οποίες προκάλεσαν αυξημένη ανησυχία στη Μόσχα, υποθέτοντας ότι η συμμαχία θα μπορούσε να απειλήσει τη Σοβιετική Ένωση με ένα δεύτερο μέτωπο πολέμου.
Το 1938, ο Ott, ο οποίος στο μεταξύ είχε προαχθεί σε υποστράτηγο, έγινε πρεσβευτής της Γερμανίας στην Ιαπωνία. Αυτό ενίσχυσε περαιτέρω τη σχέση του Sorge με τη γερμανική πρεσβεία. Ο Ott του έδειχνε τα σχέδια των εκθέσεων του και ζητούσε πάντα τη γνώμη του, πριν από τη διαβίβασή τους στο Βερολίνο. Όπως έγραψε ο ίδιος ο Sorge, ο Ott τον θεωρούσε τόσο πολύ δικό του άνθρωπο που δεν δίσταζε να ζητήσει για οτιδήποτε τη γνώμη του, κάτι που επιβεβαίωσε κι ο αστυνομικός ακόλουθος της πρεσβείας, συνταγματάρχης της Gestapo Joseph Meisinger, ο οποίος είπε για τη σχέση μεταξύ Ott και Sorge, ότι όλες οι εκθέσεις του πρέσβη συντάσσονταν πια απ’ τον Sorge.
 
Στις 13 Ιουνίου του 1938 ο Genrikh Samoilovich Lyushkov, επικεφαλής της NKVD (προκατόχου της KGB) στη Σοβιετική Άπω Ανατολή, διέσχισε τα σύνορα της Μαντζουρίας και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ιαπωνία, επειδή στη Σοβιετική Ένωση γινόταν εκκαθαρίσεις και φοβούνταν την πανθομολογούμενη καχυποψία του Στάλιν, που στρέφονταν επί δικαίων και αδίκων, ιδιαίτερα δε προς τις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας του και την ηγεσία του Κόκκινου Στρατού. Η Μόσχα απελπισμένα επεδίωξε να μάθει τι αποκάλυψε ο Lyushkov στους Ιάπωνες. Φαίνεται ότι ο Ρώσος αξιωματικός ήταν τόσο σημαντικός που ακόμα και το Βερολίνο έστειλε ένα δικό του αξιωματικό των μυστικών υπηρεσιών στο Τόκιο, για να βοηθήσει τους Ιάπωνες στην «εξομολόγηση» του Lyushkov.
Όταν η «εξομολόγηση» τελείωσε ο Sorge κατάφερε να πάρει από τη γερμανική πρεσβεία ένα αντίγραφο της άκρως απόρρητης έκθεσης και να αποστείλει μήνυμα στη Μόσχα με τα βασικά σημεία. Ο Lyushkov ισχυρίζονταν ότι υπήρχε έντονη δυσαρέσκεια και αντίθεση στις ενέργειες του Στάλιν στη Σοβιετική Ένωση, και ότι αν η Ιαπωνία επιτίθονταν στρατιωτικά, ο Κόκκινος Στρατός μπορούσε να καταρρεύσει σε μια ημέρα. Ο Lyushkov αποκάλυψε, επίσης, τη σοβιετική στρατιωτική ανάπτυξη και πολλούς στρατιωτικούς κώδικες. Φυσικά, αμέσως μετά το μήνυμα του Sorge η Μόσχα άλλαξε τους κωδικούς της.
Έξι εβδομάδες αργότερα, μια σοβιετικό-ιαπωνική σύγκρουση περιορισμένου μεγέθους ξέσπασε στα σύνορα των δύο χωρών, εξαιτίας της αποστασίας του Lyushkov. Οι Σοβιετικοί με μια επιθετική ενέργεια προσπάθησαν να σφραγίσουν τα σύνορα εκεί, ώστε να μην είναι πλέον διάτρητα. Αυτό προκάλεσε την στρατιωτική απάντηση της Ιαπωνίας και το μικρό επεισόδιο έτεινε να εξελιχθεί σε σύρραξη. Η πληροφόρηση όμως που έλαβε η ΕΣΣΔ από το δίκτυο Sorge την οδήγησε σε μια περιφανή νίκη. Ο Hotsumi Ozaki είχε μάθει ότι οι Ιάπωνες ηγέτες, απασχολημένοι με τον πόλεμό τους στην Κίνα, ήταν αποφασισμένοι να αποτρέψουν να εξελιχτεί η μικρή αυτή διαμάχη σε σύγκρουση μεγάλης κλίμακας. Έτσι η Μόσχα έριξε χιλιάδες άνδρες στη μάχη, παρέχοντάς τους μάλιστα αεροπορική υποστήριξη. Μετά από δύο εβδομάδες μαχών, η μάχη της λίμνης Khasan έληξε με την Ιαπωνία να αποδέχεται τους όρους της Μόσχας.
Το ίδιο συνέβη ένα χρόνο αργότερα, στη διάρκεια ενός ακήρυχτου πολέμου στα σύνορα Μογγολίας-Μαντζουρίας. Το διακύβευμα και το πεδίο της μάχης ήταν πολύ μεγαλύτερα αυτή τη φορά, αλλά το αποτέλεσμα ήταν παρόμοιο. Και πάλι ο  Sorge ήταν σε θέση να αναφέρει έγκυρα, ότι η ιαπωνική κυβέρνηση ήταν αποφασισμένη να μην επιτρέψει να γενικευτεί η σύγκρουση και να οδηγήσει σε γενικό πόλεμο. Αυτό ενθάρρυνε τον Στάλιν να επιφέρει ένα συντριπτικό πλήγμα στους Ιάπωνες τον Αύγουστο του 1939 στη Μάχη της Khalkhin Gol.
Ταυτόχρονα ο Sorge ενημέρωνε τη Μόσχα για τις προσπάθειες της Ιαπωνίας να πείσει τη Γερμανία να συνάψουν μια αντι-σοβιετική στρατιωτική συμμαχία. Οι πληροφορίες αυτές συνέβαλαν στην απόφαση του Στάλιν για την αντιμετώπιση της απειλής με τη σύναψη γερμανο-σοβιετικού συμφώνου μη επίθεσης, προκαλώντας το ξέσπασμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου μία εβδομάδα αργότερα. Σε ένα εγκεφαλικό παιχνίδι, ο Στάλιν κατάφερε να υποκινήσει πόλεμο μεταξύ της Γερμανίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας, αφήνοντας τη Σοβιετική Ένωση ασφαλή στο περιθώριο, υποβαθμίζοντας με τον τρόπο αυτό τη συμφωνία Γερμανίας - Ιαπωνίας, αφού πλέον οι Γερμανοί είχαν άλλο ανοιχτό μέτωπο. Έτσι μπορούσε η ΕΣΣΔ να ασχοληθεί με την ιαπωνική στρατιωτική απειλή απομονώνοντάς την. Οι εκθέσεις του Sorge προς τη Μόσχα βοήθησαν στη διαμόρφωση αυτής της στρατηγικής. Αλλά η μεγαλύτερη υπηρεσία του στην ΕΣΣΔ δεν είχε έρθει ακόμα.
 
Στα τέλη του 1940, ο Sorge άρχισε να λαμβάνει ενδείξεις μιας μεγάλης κλίμακας γερμανικής στρατιωτικής συγκέντρωσης κοντά στα σοβιετικά σύνορα. Στις 28 Δεκεμβρίου 1940 έστειλε την πρώτη σοβαρή προειδοποίηση του στη Μόσχα για μια πιθανή γερμανική επίθεση.
Από τις αρχές Μαΐου 1941 ο Sorge πείστηκε ότι ο πόλεμος ήταν πλέον αναπόφευκτος. Συνόψισε τις ανησυχίες του σε μια ενημέρωση που έστειλε στη Μόσχα στις 6 Μαΐου 1941:
«Πιθανότητα ξεσπάσματος πολέμου σε οποιαδήποτε στιγμή πολύ υψηλή. Γερμανοί στρατηγοί εκτιμούν μαχητική ικανότητα του Κόκκινου Στρατού είναι τόσο χαμηλή που θα καταστραφεί κατά τη διάρκεια μόλις λίγων εβδομάδων».
Στις 30 Μαΐου με νέο μήνυμα πληροφορούσε:
«Βερολίνο ενημέρωσε Ott ότι η γερμανική επίθεση θα αρχίσει στο τελευταίο μέρος του Ιουνίου. Ott 95% σίγουρος ότι πόλεμος θα αρχίσει».
Στις 31 Μαΐου, ο Αντισυνταγματάρχης Edwin Scholl, αναπληρωτής στρατιωτικός ακόλουθος στη γερμανική πρεσβεία στο Τόκιο εκμυστηρεύτηκε στο Sorge ότι 170-190 γερμανικές μεραρχίες είχαν μαζευτεί στα Σοβιετικά σύνορα και η εισβολή θα αρχίσει στις 15 Ιουνίου. Την 1η Ιουνίου ο Sorge έστειλε αυτή τη βαρυσήμαντη είδηση στη Μόσχα:
«Αναμενόμενη έναρξη του γερμανο-σοβιετικού πολέμου, περίπου 15 Ιουνίου, με βάση τις πληροφορίες που ο αντισυνταγματάρχης Scholl έφερε μαζί του από το Βερολίνο για Πρέσβη Ott».
Η Μόσχα έλαβε την έκθεση του Sorge, αλλά τελικά ο Ιωσήφ Στάλιν και άλλοι κορυφαίοι ηγέτες της ΕΣΣΔ αγνόησαν τις προειδοποιήσεις του, καθώς και εκείνες που προήλθαν από άλλες πηγές και αφορούσαν στο ίδιο θέμα. Μάλιστα το μήνυμα του Sorge θεωρήθηκε «ύποπτο» και μια «πρόκληση» από τα αφεντικά του.
«Ύποπτο. Να συμπεριληφθεί στα τηλεγραφήματα που χαρακτηρίζονται ως προκλήσεις. Μια προηγούμενη προειδοποίηση από Sorge απορρίφθηκε περιφρονητικά από τον Στάλιν ως προερχόμενη από ‘’μια μαλακία που έχει ο ίδιος δημιουργήσει με κάποια μικρά εργοστάσια και οίκους ανοχής στην Ιαπωνία’’».
Γνωρίζοντας ότι οι προειδοποιήσεις του είχαν αγνοηθεί, ο Sorge προσπάθησε για μια ακόμη φορά να ξεσηκώσει τον Στάλιν από την αυταρέσκειά του. Στις 20 Ιουνίου, ο ίδιος συνέταξε αυτή την προειδοποίηση:
«Ott μου είπε ότι ο πόλεμος μεταξύ της Γερμανίας και της ΕΣΣΔ είναι αναπόφευκτος... Invest (το κωδικό όνομα του Ozaki) μου είπε ότι το ιαπωνικό Γενικό Επιτελείο έχει ήδη συζητήσει για το τι θέση θα λάβει σε περίπτωση πολέμου».
Ο Max Clausen διαβίβασε το μήνυμα στις 21 Ιουνίου. Η γερμανική εισβολή ξεκίνησε την επόμενη μέρα και βρήκε τον Κόκκινο Στρατό εντελώς απροετοίμαστο. Οι επόμενοι πέντε μήνες ήταν καταστροφικοί για τη Ρωσία.
 
Αμέσως μετά την επίθεση, η Μόσχα κάλεσε τον Sorge για επείγουσα βοήθεια. Μέσω ενός ραδιοφωνικού μηνύματος, συγκαλυμμένου φυσικά, τον διέταξε να υποβάλει έκθεση σχετικά με την πολιτική της ιαπωνικής κυβέρνησης αναφορικά με τον γερμανο-σοβιετικό πόλεμο. Το θέμα ήταν το εξής: αν η Ιαπωνία αποφάσιζε να επιτεθεί στη Σοβιετική Άπω Ανατολή, η ήδη σοβαρή κατάσταση θα γινόταν θανατηφόρα. Την ίδια στιγμή το Βερολίνο καθοδηγούσε τον Πρέσβη Ott να χρησιμοποιήσει όλα τα δυνατά μέσα, για να πείσει την Ιαπωνία να επιτεθεί στη Σοβιετική Ένωση. Η Σοβιετική Ένωση δεν θα μπορούσε να επιβιώσει σ’ έναν πόλεμο δύο μετώπων.
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε σε μεγάλη αναταραχή και έντονη πολιτική συζήτηση το Τόκιο. Η Ιαπωνία ήταν σοβαρά απασχολημένη με τον πόλεμο στην Κίνα. Η τελευταία είχε τεράστιο στρατηγικό βάθος και έτσι δεν ήταν ορατό το τέλος αυτού του πολέμου. Τώρα, βέβαια, η κατάσταση στην Ευρώπη, παρουσίαζε νέες δυνατότητες. Μια νίκη της Γερμανίας στη Δυτική Ευρώπη θα άνοιγε την πόρτα στην Ιαπωνία να προχωρήσει στις πλούσιες σε φυσικούς πόρους γαλλικές, ολλανδικές και βρετανικές αποικίες στη Νοτιοανατολική Ασία. Απ’ την άλλη πλευρά, η γερμανική εισβολή στη Ρωσία επέτρεπε στην Ιαπωνία να χτυπήσει στη Σιβηρία και τη Σοβιετική Άπω Ανατολή. Έτσι η Ιαπωνία θα έπρεπε να επιλέξει αν θα χτυπούσε νότια ή βόρεια, καθώς δεν μπορούσε να παραβλέψει τον πόλεμο με την Κίνα.
Σε λιγότερο από μία εβδομάδα μετά τη γερμανική επίθεση, ο Sorge μετέφερε με ακρίβεια την κατάσταση στη Μόσχα, αναφέροντας πως η Ιαπωνία είχε αποφασίσει να στείλει στρατεύματα στη γαλλική Ινδοκίνα. Ο Ozaki πάλι πίστευε πως η Ιαπωνία θα περίμενε να δει πώς θα εξελισσόταν ο γερμανο-σοβιετικός πόλεμος και ότι θα επιτίθονταν βόρεια, αν ο Κόκκινος Στρατός νικιόταν γρήγορα. Ο Ott πίστευε ότι η Ιαπωνία δεν θα επιτίθονταν βόρεια προς το παρόν. Η υπογραφή του Στάλιν στο κάτω μέρος του μηνύματος αυτού του Sorge δήλωνε πως ο ανώτατος ηγέτης της ΕΣΣΔ διάβασε όλο το μήνυμα κι όχι μόνο μια περίληψή του.
Στις 2 Ιουλίου, έγινε μια διάσκεψη των κορυφαίων στρατιωτικών και πολιτικών ηγετών της Ιαπωνίας, παρουσία και του αυτοκράτορα. Ο Sorge ενημέρωσε τη Μόσχα πως η Ιαπωνία θα έστελνε στρατεύματα στη γαλλική Ινδοκίνα, αλλά θα επεδίωκε επίσης να αυξήσει τη δύναμή της στη βόρεια Ιαπωνία και τη Μαντζουρία, για να είναι έτοιμη να επιτεθεί, αν ο Κόκκινος Στρατός γνώριζε την ήττα.
Στο κάτω μέρος του εγγράφου αυτού, ο αναπληρωτής προϊστάμενος του σοβιετικού Γενικού Επιτελείου Στρατού έγραψε:
«Λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή αξιοπιστία και την ακρίβεια των προηγούμενων πληροφοριών και την επάρκεια των πηγών πληροφοριών, μπορούμε να εμπιστευτούμε και αυτές τις πληροφορίες».
Φαίνεται ότι το κλίμα στη Μόσχα είχε πια μεταβληθεί για τον Sorge και οι πληροφορίες του θεωρούνταν πλέον αξιόπιστες.
 
Αργότερα εκείνο τον Ιούλιο, η κατάσταση στο Τόκιο έγινε πιο περίπλοκη, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία επέβαλαν εμπάργκο πετρελαίου στην Ιαπωνία. Σχεδόν όλο το πετρέλαιο που εισήγαγε η Ιαπωνία ελέγχονταν από τις αγγλο-αμερικανικές δυνάμεις και τους συμμάχους τους. Οι πλούσιες σε πετρέλαιο Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (σημερινή Ινδονησία), ήταν ωστόσο μέσα στις δυνατότητες της Ιαπωνίας. Αυτό ενίσχυσε τα επιχειρήματα εκείνων που υποστήριζαν ότι η Ιαπωνία έπρεπε να επεκταθεί προς το νότο. Απ’ την άλλη, η εκπληκτική προέλαση του γερμανικού στρατού και η συντριβή του Κόκκινου Στρατού ενθάρρυνε εκείνους που ευνοούσαν την επέκταση προς το βορρά.
Τον Ιούλιο τα ιαπωνικά στρατεύματα κατέλαβαν τη γαλλική Ινδοκίνα. Την ίδια στιγμή η Ιαπωνία έστειλε εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον στρατιώτες στη Μαντζουρία, κοντά στα σοβιετικά σύνορα. Ο Sorge δεν ήταν σίγουρος σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η Ιαπωνία, αλλά μέσα στις επόμενες λίγες εβδομάδες, ο ίδιος και ο Ozaki έλυσαν το παζλ. Στις 25 - 26 Αυγούστου ο Sorge συνέταξε αυτό το μήνυμα στη Μόσχα:
«Invest (ο Ozaki) είναι σε θέση να γνωρίζει από τους κύκλους που βρίσκονται πλησιέστερα προς Konoye (πρωθυπουργός της Ιαπωνίας) ότι στην Ανώτατη Διοίκηση συζητήθηκε, αν θα πρέπει να πάνε σε πόλεμο με την ΕΣΣΔ. Αποφάσισαν να μην ξεκινήσουν τον πόλεμο μέσα σε αυτό το έτος. Επαναλαμβάνω, να μην ξεκινήσουν τον πόλεμο το τρέχον έτος».
Η πληροφορία αυτή ήταν εξόχως σημαντική καθώς ο Αυτοκρατορικός Ιαπωνικός στρατός του Kwantung είχε τρεις φορές το μέγεθος των Σοβιετικών δυνάμεων της Άπω Ανατολής.
Στις 6 Σεπτεμβρίου, μια άλλη στρατηγική διάσκεψη επιβεβαίωσε την απόφαση για επέκταση προς το νότο και την προετοιμασία για πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία. Ο Ozaki μετέφερε στο Sorge την απόφαση αυτή, ενώ ταυτόχρονα ο Ott του εκμυστηρεύτηκε την πλήρη αποτυχία των προσπαθειών του να πείσει τους Ιάπωνες να επιτεθούν στη Ρωσία. Στις 14 Σεπτεμβρίου, ο Sorge ανέφερε με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στη Μόσχα:
«Η δυνατότητα της [Ιαπωνίας] για εξαπόλυση μιας επίθεσης, η οποία ίσχυε μέχρι πρόσφατα, έχει πια εξαφανιστεί...»
Τότε ο Στάλιν αισθάνθηκε τελικά ελεύθερος να λάβει την κρίσιμη απόφαση μεταφοράς ενός μεγάλου μέρους των αποθεματικών του στην Άπω Ανατολή προς τα δυτικά. Στους επόμενους δύο μήνες, 15 μεραρχίες πεζικού, 3 μεραρχίες ιππικού, 1.700 δεξαμενές καυσίμων και 1.500 αεροσκάφη μετακινήθηκαν από τη από τη Σιβηρία και την Άπω Ανατολή προς το Δυτικό Μέτωπο, στη διάρκεια της πιο επικίνδυνης στιγμής της «Μάχης της Μόσχας», την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου του 1941, ένα από τα σημεία καμπής του συνόλου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπου ο γερμανικός στρατός γνώρισε την πρώτη τακτική ήττα του στον πόλεμο, ενώ ταυτόχρονα η Ιαπωνία επιτέθηκε στο Pearl Harbor και ουσιαστικά έβαλε τις Η.Π.Α. στον πόλεμο. Έτσι οι πληροφορίες του Sorge θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως οι πλέον σημαντικές πληροφορίες κατασκόπου στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μία ακόμη σημαντική παράμετρος των πληροφοριών του Sorge φαίνεται ότι αφορούσε στη μάχη του Stalingrad και σχετίζεται με τη λυσσώδη αντίσταση που προέβαλαν εκεί οι Σοβιετικοί. Ο Sorge φέρεται να ανέφερε στη Μόσχα ότι η Ιαπωνία θα επιτίθονταν στη Σοβιετική Ένωση από την Ανατολή, αν ο γερμανικός στρατός κατάφερνε να καταλάβει τη σημαντική αυτή πόλη στον ποταμό Βόλγα.

Το δίκτυο του Sorge δεν ήταν βέβαια, το μόνο που ήταν αποκλειστικά υπεύθυνο γι’ αυτήν την στροφή των γεγονότων, αλλά είχε οπωσδήποτε καθοριστικό ρόλο. Όμως ελάχιστα χάρηκε την επιτυχία του. Το δίκτυο κατασκοπείας του είχε αρχίσει να διαλύεται.
Καθώς προχωρούσε ο πόλεμος ο Sorge εκτίθονταν όλο και περισσότερο στον κίνδυνο να αποκαλυφθεί και να τον εκτελέσουν, αλλά συνέχισε την υπηρεσία του. Τα ραδιοφωνικά του μηνύματα του ήταν κρυπτογραφημένα με απαραβίαστο κώδικα, ο οποίος άλλαζε συχνά, δίνοντας την εντύπωση ότι μετέδιδε ασυναρτησίες. Όμως η αύξηση του αριθμού αυτών των μηνυμάτων - μυστήριο, οδήγησε τους Ιάπωνες να υποψιαστούν ότι λειτουργούσε κάποια ομάδα μυστικών πρακτόρων που μετέδιδε μηνύματα στο εχθρό τους. Έτσι η Kempeitai, η Γιαπωνέζικη μυστική αστυνομία, κατάφερε να υποκλέψει πολλά μηνύματα που την οδήγησαν στην ομάδα του Sorge.
Τον Οκτώβριο η Ιαπωνική αστυνομία προσήγαγε για ανάκριση μια μοδίστρα που είχε στρατολογηθεί από έναν υπο-πράκτορα του Ozaki που ονομαζόταν Yotoku Miyagi. Η μοδίστρα έδωσε στην αστυνομία το όνομά του Miyagi. Όταν η αστυνομία πήγε να συλλάβει τον Miyagi, αυτός προσπάθησε να σκοτωθεί για να σώσει τους συντρόφους του, πηδώντας από ένα αφύλακτο παράθυρο. Αλλά η πτώση δεν ήταν θανατηφόρα. Οι αστυνομικοί τον έσυραν βίαια πίσω στο δωμάτιο ανάκρισης με σπασμένα κόκαλα, και κάτω απ’ την πίεσή τους κατονόμασε τον Ozaki και τον Sorge ως Σοβιετικούς πράκτορες.
Ο Ozaki συνελήφθη στις 14 Οκτωβρίου 1941 κι αμέσως ανακρίθηκε. Ο Sorge συνελήφθη λίγο αργότερα στις 18 Οκτωβρίου του 1941, στο Τόκιο. Την επόμενη μέρα, ένα σύντομο υπόμνημα κοινοποιήθηκε στο Γερμανό πρέσβη Eugen Ott με το οποίο του γνωστοποιούνταν ότι ο Sorge είχε συλληφθεί «με την υποψία της κατασκοπείας» μαζί με τον Max Clausen. Ο Ott εξεπλάγη πολύ απ’ αυτή την ενέργεια, οργίστηκε σφόδρα και υπέθεσε ότι όλη η ιστορία ήταν απλά μια περίπτωση «ιαπωνικής κατασκοπευτικής υστερίας». Υπέθεσε ότι ο Sorge είχε αποκαλυφθεί επειδή έδινε μυστικές πληροφορίες σχετικά με τις διαπραγματεύσεις Ιαπωνίας-ΗΠΑ στη γερμανική πρεσβεία, καθώς επίσης και ότι η σύλληψη θα μπορούσε να οφείλεται σε εχθρούς της Γερμανίας, μέλη της ιαπωνικής κυβέρνησης. Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος ήρθε άμεσα σε επικοινωνία με τις  ιαπωνικές αρχές για να ερευνήσει το περιστατικό πλήρως. Πράγματι, αρχικά, οι Ιάπωνες πίστευαν ότι, λόγω της ένταξής του στο ναζιστικό κόμμα και των δεσμών του με μέλη της ναζιστικής ιεραρχίας ο Sorge ήταν πράκτορας της Abwehr, κάτι που η γερμανική υπηρεσία αρνήθηκε σθεναρά. Μετά από βασανιστήρια μιας εβδομάδας, ο Sorge συμφώνησε να δώσει μια πλήρη αναφορά των δραστηριοτήτων του στην Ιαπωνία, με την προϋπόθεση ότι οι αρχές δεν θα λάμβαναν κανένα μέτρο κατά της Γιαπωνέζας ερωμένη του, Hanako Iishi, καθώς και κατά των συζύγων πολλών εκ των συνεργατών του, για τους οποίους επέμενε ότι ήταν αθώοι.
 

Ο Sorge πέρασε τα επόμενα τρία χρόνια στη φυλακή Sugamo του Τόκιο. Μετά από μήνες ανάκρισης, δικάστηκε και καταδικάστηκε ως κομμουνιστής πράκτορας του οποίου οι δραστηριότητες κατασκοπείας είχαν ως στόχο την ανατροπή του αυτοκράτορα και του συστήματος ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Τελικά τον Σεπτέμβριο του 1943, καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο Sorge ήταν βέβαιος, ωστόσο, ότι ο ίδιος δεν θα αντιμετώπιζε την αγχόνη κι ότι το Τόκιο θα τον ανταλλάξει με τη Μόσχα με αντάλλαγμα έναν Ιάπωνα πράκτορα. Πράγματι οι Ιάπωνες προσπάθησαν τρεις φορές να κανονίσουν μια ανταλλαγή κρατουμένων. Κάθε φορά η απάντηση της Μόσχας ήταν η ίδια: «Ο άνθρωπος που ονομάζεται Richard Sorge είναι άγνωστος σε μας».
Η φαινομενική αδιαφορία της Μόσχας στην τύχη του Sorge έπεισε τους Ιάπωνες ότι δεν υπήρχε σημείο επαφής και ότι δεν έπρεπε πλέον να συζητούν για ανταλλαγή ή να επιδείξουν έλεος. Στις 7 Νοεμβρίου του 1944, στις 10:20 π.μ., ο Richard Sorge απαγχονίστηκε στη φυλακή Sugamo. Ο συνεργάτης του Sorge, Hotsumi Ozaki, κρεμάστηκε νωρίτερα το ίδιο πρωί.
 

Ο Sorge δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι η σύζυγός του, Κάτια Maximova, είχε πεθάνει περισσότερο από ένα χρόνο νωρίτερα. Περιμένοντάς τον απεγνωσμένα για χρόνια στη Ρωσία, συνελήφθη από την NKVD τον Σεπτέμβριο του 1942 με την ψευδή κατηγορία ότι ενεργούσε κατασκοπεία υπέρ της Γερμανίας. Πέθανε σε ένα στρατόπεδο εργασίας της Σιβηρίας ένα χρόνο αργότερα. Το πραγματικό έγκλημά της ήταν πιθανώς ότι ήταν η σύζυγος του Richard Sorge.
 

Η αγαπημένη του Sorge, η πιο ανθεκτική σχέση της ζωής του, Γιαπωνέζα Iishi, είχε καλύτερη τύχη. Οι Ιαπωνικές αρχές τίμησε τη δέσμευσή τους να μην τη διώξουν και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της ήσυχα στο Τόκιο. Η ίδια ανέλαβε να μεταφέρει το 1949 τα λείψανα του Sorge απ’ το νεκροταφείο της φυλακής Sugamo (Zhogaya) στο χορταριασμένο κοιμητήριο ‘’Tama’’ στο Fuchū, στα προάστια του Τόκιο.
Η Σοβιετική Ένωση δεν αναγνώρισε επίσημα τον Sorge μέχρι το 1964. Μάλιστα προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι ο Sorge αποκαλύφθηκε επειδή ο Στάλιν δεν μπορούσε να επιτρέψει να γίνει γνωστό ότι είχε απορρίψει την προειδοποίηση του Sorge σχετικά με τη γερμανική επίθεση το 1941. Υπάρχουν ωστόσο και οι πιο κυνικοί που ισχυρίζονται ότι κανένα έθνος δεν αναγνωρίζει επίσημα, παρά μονάχα σπάνια, τους μυστικούς του πράκτορες.
Μετά τον πόλεμο μια σειρά από επαγγελματίες στρατιωτικούς, κατασκόπους και ιστορικούς, χαρακτήρισαν τον Sorge ως ένα από τα μεγαλύτερα στελέχη υπηρεσιών πληροφοριών όλων των εποχών, και έναν από τους λίγους που κατάφεραν να αλλάξουν την ιστορία.
Το 1954, ο Δυτικογερμανός σκηνοθέτης Veit Harlan έγραψε και σκηνοθέτησε την ταινία ‘’Verrat an Deutschland’’ (Προδοσία της Γερμανίας), η οποία αφορούσε στην κατασκοπευτική δράση του Sorge στην Ιαπωνία. Ο Harlan ήταν ο αγαπημένος σκηνοθέτης του ναζιστή υπουργός προπαγάνδας, Joseph Goebbels, και είχε σκηνοθετήσει πολλές ταινίες προπαγάνδας, συμπεριλαμβανομένης και της διαβόητης αντισημιτικής ταινίας ‘’Jud Süß’’. Η ταινία του Harlan ήταν ένα ρομαντικό δράμα, στη οποία πρωταγωνιστούσε η γυναίκα του Beata Margareta Kristina Söderbaum, η οποία υποδύονταν την αγαπημένη του Sorge. Η ταινία απαγορεύτηκε στη Δυτική Γερμανία, μόλις δύο ημέρες μετά την πρώτη προβολή της το 1955, ενώ της επιβλήθηκε και δεύτερη απαγόρευση μόλις κυκλοφόρησε ξανά, έπειτα από την εκ νέου επεξεργασία της.
 
Το 1961, μια ταινία με τίτλο ‘’Qui Etes-vous, Monsieur Sorge?’’ (Ποιος είσαι, κ. Sorge;) παρήχθη στη Γαλλία, σε συνεργασία με τη Δυτική Γερμανία, την Ιταλία και την Ιαπωνία, με τον  Thomas Holtzmann στο ρόλο του Sorge. Αυτή η ταινία έγινε εξαιρετικά δημοφιλής στη Σοβιετική Ένωση.
Ο Σοβιετικός ηγέτης Nikita Khrushchev είδε την ταινία και φέρεται να ζήτησε από την KGB να του πει, αν η ιστορία ήταν αληθινή. Όταν η ιστορία επιβεβαιώθηκε, ο Khrushchev απένειμε στον Sorge στις 5 Νοεμβρίου του 1964, 20 χρόνια μετά το θάνατό του, τον τίτλο του «Ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης», την υψηλότερη τιμή της ΕΣΣΔ, ενώ εκδόθηκαν και αναμνηστικά γραμματόσημα προς τιμήν του.
 
Η ερωμένη του Sorge Hanako Ishii έλαβε σοβιετική και ρωσική σύνταξη μέχρι το θάνατό της τον Ιούλιο του 2000 στο Τόκιο, στην ηλικία των 89 ετών.
Το 1965, τρεις Ανατολικογερμανοί δημοσιογράφοι δημοσίευσαν ένα άρθρο προς τιμήν του κατά το ήμισυ Ρώσου και κατά το ήμισυ Γερμανού ήρωα, ο οποίος πολέμησε το φασισμό, ξεσηκώνοντας θύελλα διαμαρτυριών από πρώην Ναζί, ομιλίες και διαμαρτυρίες και τελικά απαγορεύσεις.
Το 1971, ένα κωμικό βιβλίο που βασίζονταν στη ζωή του Sorge, με τίτλο "Wywiadowca XX wieku" (Ένας αξιωματικός των μυστικών υπηρεσιών του 20ού αιώνα), δημοσιεύτηκε στη Λαϊκή Δημοκρατία της Πολωνίας, προκειμένου να εξοικειωθούν οι νεότεροι αναγνώστες με τον ήρωα Sorge.
 
Το 1981, με το βιβλίο του ‘’Their Trade is Treachery’’, ο συγγραφέας Chapman Pincher υποστήριξε, ότι ο Sorge, όντας ο ίδιος παράγοντας της GRU, στρατολόγησε τον Άγγλο Roger Hollis στην Κίνα, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, προκειμένου να του παράσχει πληροφορίες χρήσιμες για την GRU. Ο Hollis αργότερα επέστρεψε στην Αγγλία, προσχώρησε στην MI5 (Βρετανική υπηρεσία πληροφοριών) λίγο πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τελικά έγινε γενικός διευθυντής της ΜΙ5 από το 1956 έως το 1965. Όπως αναφέρεται λεπτομερώς από το πρώην μέλος της MI5 Peter Wright, στο βιβλίο του ‘’SpyCatcher’’, που εκδόθηκε το 1988, ο Hollis κατηγορήθηκε ότι ήταν σοβιετικός πράκτορας, αλλά παρά τις διάφορες χρονοβόρες και φαινομενικά ενδελεχείς έρευνες, καμία πειστική απόδειξη δεν βρέθηκε ποτέ.
Επίσης μία από τις πρώτες ιστορίες του Βόσνιου - Αμερικανού συγγραφέα Aleksandar Hemon στην αγγλική γλώσσα είναι  ‘’The Sorge Spy Ring’’ (Triquarterly, 1997).
Το 2003 η ιαπωνική ταινία ‘’Spy Sorge’’, σε σκηνοθεσία Masahiro Shinoda, αφηγείται λεπτομερώς τα κατορθώματα του Sorge στη Σαγκάη και την Ιαπωνία. Τον Sorge υποδύεται ο Σκωτσέζος ηθοποιός Iain Glen.
 

Σήμερα ένας δρόμος στη Μόσχα φέρει το όνομα του Sorge, με τον τίτλο του «ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης» να φαντάζει όπως είναι λαξευμένος σε μια επιτύμβια στήλη από μαύρο μάρμαρο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου