ΩΡΑ...

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

Μια πολύ χρήσιμη και διδακτική ιστορία: Το παλάτι του Όθωνα


«Στον προϋπολογισμό του 1836 αναγράφτηκαν πεντακόσιες χιλιάδες δραχμές για ν’ αρχίσει η ανοικοδόμηση. Αυτές ξοδεύτηκαν για να διαμορφωθεί ο χώρος και να μπούνε τα θεμέλια. Ο υπουργός των Οικονομικών γύρεψε από το Συμβούλιο της Επικρατείας να εγκρίνει το ίδιο ποσό για το 1837. Μα ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος. Ο Όθωνας, που στ’ αναμεταξύ είχε παντρευτεί, στην απελπισία του γύρεψε, στις 18 του Φλεβάρη 1837, δάνειο από τον πατέρα του 1.670.000 φιορίνια που ισοδυναμούσαν με 3.900.000 δραχμές. Στο γράμμα του παρακαλούσε τον Λουδοβίκο ν’ αποφασίσει το πιο γλήγορα «διότι άλλως», του ‘λεγε, «θα ευρεθώ υποχρεωμένος ν’ αναστείλω τας οικοδομικάς εργασίας, πράγμα το οποίον θα ήτο επιζήμιον δι’ εμέ και θα είχε δυσμενή απήχησιν επί της δημοσίας γνώμης».

Ο Λουδοβίκος σύντρεξε το γιό του και του δάνεισε τα χρήματα που του γύρεψε, με τούτον, όμως εδώ τον περίεργο τρόπο. Δεν τα ‘δωσε από δικά του κι ούτε τα γύρεψε από την κυβέρνησή του, παρά τα πήρε, δίχως να ρωτήσει κανέναν, από χρήματα που σύμφωνα με τη συνθήκη της Βιέννης η Γαλλία είχε αποζημιώσει τη Γερμανική Ομοσπονδία κι αυτή του τα είχε εμπιστευτεί για να φτιάσει πάνω στο Ρήνο το κάστρο του Γέρμερσχαιμ.

Και τώρα θα ρωτήσεις: Το δάνειο αυτό το ξόφλησε ποτέ ο Όθωνας: Ο Όθωνας όχι, η Ελλάδα όμως ναι. Κι άκου να δεις πως γίνηκε. Όταν το 1848 ο Λουδοβίκος εκθρονίστηκε, για τις χάρες της χορεύτριας Λόλας Μοντές, το θυμήθηκε, γιατί τόσο ο γιός του Μαξιμιλιανός που ανέβηκε στο θρόνο όσο κι η κυβέρνηση της Βαυαρίας του γύρευαν τα ξένα λεφτά που άρπαξε. «Ο υιός μου Βασιλεύς και η Κυβέρνησίς του», έγραφε στον Όθωνα στις 20 του Φλεβάρη 1849, «με πιέζουσι ν’ αποδώσω το δάνειον εις το δημόσιον ταμείον εκ της ιδίας μου περιουσίας (…) Εφ’ όσον ήσο απόλυτος Μονάρχης εγένετο το δάνειον, κατόρθωσε νυν τουλάχιστον να το αναγνωρίση η Βουλή και να καταβληθώσιν οι καθυστερούμενοι τρέχοντες τόκοι, εάν μή το κεφάλαιον. Είμαι πνιγμένος».

Τα οικονομικά όμως του τόπου ήταν τότες χειρότερα από ποτέ. Όχι μονάχα κανείς πια δε μας έδινε πενταράκι, παρά μας γύρευαν τους καθυστερημένους τόκους και τα χρεολύσια από κείνο το περίφημο δάνειο των εξήντα εκατομμυρίων. Φτάνει να σου πω, για να δεις ποια ήταν τα χάλια μας, πως ο προϋπολογισμός παρουσίασε έλλειμμα κείνον το χρόνο δυο εκατομμύρια δραχμές. Με κανέναν λοιπόν τρόπο δε μπορούσε να δεχτεί η Βουλή να ξοφλήσουμε ένα δάνειο, που γι’ αυτό το ελληνικό κράτος δεν είχε πάρει την παραμικρή υποχρέωση κι ήταν, στο κάτω κάτω της γραφής, μια ιδιωτική υπόθεση ανάμεσα στον Λουδοβίκο και το γιο του. Τα χρήματα, καθώς είπανε, δεν πήγαν σ’ εθνικές ανάγκες, μα σε βασιλικές οικοδομές.

– Το σκάσαμε λοιπόν κανόνι;

– Όχι και στάσου να δεις τι νόστιμα που μας ανάγκασαν οι Γερμανοί να το πλερώσουμε.

Το 1867 πέθανε εξόριστος ο Όθωνας κι έπειτα από λίγο πέθανε κι ο Λουδοβίκος. Το δάνειο για το παλάτι είχε πια ολότελα ξεχαστεί. Κι όμως ο «σιδηρούς» καγκελάριος Μπίσμαρκ, έπειτα από την ένωση της Γερμανίας, το θυμήθηκε στην κατάλληλη ώρα. Όταν ύστερα από το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877 - 1878 ακολούθησαν η συνθήκη του Βερολίνου κι έπειτα οι διαπραγματεύσεις των μεγάλων Δυνάμεων για το Ελληνικό ζήτημα, που κατέληξαν στην παραχώρηση της Θεσσαλίας, ο Μπίσμαρκ ξέθαψε την υπόθεση του μυστικού δανείου ανάμεσα στους πεθαμένους πια από καιρό Λουδοβίκο και Όθωνα και μας ανάγκασε να το πλερώσουμε, το 1883, στους κληρονόμους του Λουδοβίκου, διαφορετικά δεν παίρναμε, λέει, μήτε σπιθαμή από την Τουρκιά!

Καθώς βλέπεις, μπορούν πολλά πράγματα να ξεχνάνε οι μεγάλοι, το παραδάκι όμως δεν το λησμονάνε ποτέ».


Φωτιάδης Δημήτρης, Όθωνας - Η Μοναρχία, εκδόσεις Δωρικός, Αθήνα 1975, σελίδες 160 - 161.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Η άγνωστη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ με ένα λικέρ Cointreau. Ένα τέλειο σχέδιο που απέτυχε από έναν απρόβλεπτο παράγοντα


Καθ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Αδόλφος Χίτλερ, εκτός από τους εξωτερικούς εχθρούς, είχε να αντιμετωπίσει και συνωμοτικούς κύκλους Γερμανών αξιωματικών οι οποίοι οργάνωσαν δεκάδες απόπειρες δολοφονίας εναντίον του.
Οι περισσότερες απ’ αυτές τις απόπειρες απέτυχαν εξαιτίας της καχυποψίας του Χίτλερ και των υψηλών μέτρων ασφαλείας που ελάμβανε. Ωστόσο, σε κάποιες άλλες, η θεά Τύχη ήταν ιδιαίτερα γενναιόδωρη με τον Γερμανό δικτάτορα και φυσικά άδικη με τα εκατομμύρια θύματά του.
Επιχείρηση δολοφονίας Flash.
Στο Ανατολικό Μέτωπο, το επιτελείο της Ομάδας Στρατιών «Κέντρο» είχε μετατραπεί σε κέντρο αντιναζιστών συνωμοτών.
Κατευθυντήριος νους ήταν ο υποστράτηγος Χένινγκ φον Τρέσκοβ με συμπαραστάτες τον βαρώνο- συνταγματάρχη Ρούντολφ φον Γκέρσντορφ, τον υπολοχαγό Φάμπιαν φον Σλάμπρεντορφ κ.α.
Στις αρχές του 1943 και ενώ η κατάσταση δυσκόλευε για τον γερμανικό στρατό στο Ανατολικό Μέτωπο, ο Τρέσκοβ προσεταιρίστηκε τον προϊστάμενό του, διοικητή της Ομάδας Στρατιών «Κέντρο», στρατάρχη Γκύντερ φον Κλούγκε και του αποκάλυψε το σχέδιο του. Θα καλούσαν τον Χίτλερ στο Σμολένσκ, στην έδρα του επιτελείου και θα τον πυροβολούσαν την ώρα του επίσημου γεύματος προς τιμήν του. Η επιχείρηση δολοφονίας ονομάστηκε Flash.
Ο Γερμανός στρατάρχης ωστόσο αρνήθηκε να σκοτώσει έναν άνθρωπο την ώρα που γευμάτιζε. Άλλωστε, οι συνωμότες δεν είχαν εξασφαλίσει την υποστήριξη του στρατού για μια τέτοια ενέργεια και το πιθανότερο ήταν να συλλαμβάνονταν μετά τη δολοφονία. Tότε οι συνωμότες επεξεργάστηκαν ένα νέο σχέδιο. Σύμφωνα με αυτό, η δολοφονία του Γερμανού δικτάτορα θα αποδίδονταν σε ατύχημα. Όταν ο τελευταίος επισκέπτονταν το Σμόλενσκ, οι συνωμότες θα τοποθετούσαν μια βόμβα στο αεροπλάνο επιστροφής του στη Γερμανία.
 
Αεροσκάφος Fw200 Condor. Παρόμοιο με αυτό στο οποίο οι συνωμότες αξιωματικοί τοποθέτησαν τη βόμβα.


Στο συγκεκριμένο αεροπλάνο ωστόσο, τύπου Fw200 Condor, η καμπίνα των επιβατών ήταν θωρακισμένη και σχεδιασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε, σε περίπτωση που συνέβαινε κάτι στο αεροσκάφος, να αποκολληθεί και να πέσει μόνη της με αλεξίπτωτο.
Τα γερμανικά εκρηκτικά δεν είχαν μεγάλη ισχύ και οι πυροκροτητές τους παρήγαγαν έναν χαρακτηριστικό συριγμό, ο οποίος ήταν πολύ πιθανό να γινόταν αντιληπτός.



Μπουκάλι Cointreau. H βόμβα των αξιωματικών είχε εξωτερικά το σχήμα δύο τέτοιων μπουκαλιών.

Μπουκάλι Cointreau. H βόμβα των αξιωματικών είχε εξωτερικά το σχήμα δύο τέτοιων μπουκαλιών


Γι’ αυτό επιλέχθηκε η πλαστική εκρηκτική ύλη C, ποσότητες της οποίας είχαν πέσει στα χέρια των Γερμανών από διάφορα βρετανικά σαμποτάζ στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Τα βρετανικά αυτά εκρηκτικά ήταν πολύ μεγαλύτερης ισχύος, με μικρότερο όγκο και αθόρυβο πυροκροτητή. Η λειτουργία του ήταν πολύ απλή. Ένα σύρμα συγκρατούσε την περόνη ασφαλείας του πυροκροτητή πάνω σε ένα ελατήριο. Στην άλλη άκρη του σύρματος ήταν τοποθετημένο ένα γυάλινο φιαλίδιο με οξύ. Όταν έσπαγε το φιαλίδιο το οξύ διάβρωνε το σύρμα και ύστερα από ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα απελευθέρωνε την περόνη ασφαλείας του πυροκροτητή.
Οι συνωμότες εξασφάλισαν την εκρηκτική ύλη και ο ειδικός στα εκρηκτικά φον Γκέρσντορφ, κατασκεύασε τη βόμβα. Η τοποθέτησή της όμως στο αεροπλάνο ήταν αδύνατη, καθώς αυτό φρουρείτο επί εικοσιτετραώρου βάσεως από αφοσιωμένου άνδρες των SS οι οποίοι έκαναν σωματική έρευνα ακόμη και στους τεχνικούς συντήρησης.
Τότε, οι Τρέσκοβ και Σλάμπρεντορφ ενσωμάτωσαν τη βόμβα σε ένα πακέτο το οποίο εξωτερικά είχε το σχήμα δύο μπουκαλιών λικέρ Cointreau.
Όλα ξεκίνησαν κατ’ ευχήν για τους συνωμότες.
Ο Χίτλερ συνέφαγε με τους επιτελείς αξιωματικούς της Ομάδας Στρατιών «Κέντρο» σε πολύ καλό κλίμα. Κατά τη διάρκεια του γεύματος ο Τρέσκοβ ρώτησε ένα από τα μέλη της συνοδείας του Χίτλερ, τον συνταγματάρχη Χάιντς Μπραντ, αν θα του ήταν κόπος να μεταφέρει δύο μπουκάλια Cointreau στον φίλο του συνταγματάρχη Χέλμουτ Στιφ, ο οποίος υπηρετούσε στο αρχηγείο του Χίτλερ στο Ράστενμπουργκ.
Ο Μπραντ προσφέρθηκε ευχαρίστως να ικανοποιήσει το αίτημα του Τρέσκοβ.
Τη στιγμή που το αεροπλάνο ετοιμαζόταν να απογειωθεί ο Σλάμπρεντορφ παρέδωσε το δέμα-βόμβα, αφού πρώτα την ενεργοποίησε σπάζοντας το φιαλίδιο με το οξύ. Σε μισή ώρα η βόμβα θα εκρήγνυτο και ο Χίτλερ θα ήταν νεκρός!
Όμως, έπειτα από δύο ώρες, οι συνωμότες πληροφορήθηκαν από τον ασύρματο την ασφαλή προσγείωση του αεροπλάνου στο Ράστενμπουργκ.
Ο Χίτλερ ήταν ζωντανός και μόλις ο ανυποψίαστος Στιφ παραλάμβανε το δέμα, ήταν θέμα ελάχιστων ωρών να αποκαλυφθεί η συνομωσία!



Ο στρστάρχης Κλούγκε αρνήθηκε να  σκοτώσει τον Χίτλερ την ώρα του γεύματος.

Ο στρατάρχης Κλούγκε αρνήθηκε να σκοτώσει τον Χίτλερ την ώρα του γεύματος.

Ωστόσο, η ομάδα των αξιωματικών έδρασε αστραπιαία. Την επομένη ο Σλάμπρεντορφ πέταξε στο Ράστενμπουργκ. Πρόλαβε τον Μπραντ και άλλαξε τη βόμβα με αληθινά μπουκάλια ποτού, προφασιζόμενος ότι έγινε λάθος στη συσκευασία.
Το ευτύχημα ήταν ότι ο Μπραντ δεν υποψιάστηκε γιατί ο Σλάμπρεντορφ έκανε ολόκληρο ταξίδι για δύο μπουκάλια λικέρ.
Στη συνέχεια επιβιβάστηκε στο νυχτερινό τραίνο για το Βερολίνο. Κλειδωμένος στην κουκέτα του άνοιξε το δέμα και προσπάθησε να καταλάβει γιατί δεν εξερράγη.
Με έκπληξη είδε πως η διαδικασία πυροδότησης είχε γίνει κανονικά. Το φιαλίδιο είχε σπάσει, το οξύ είχε διαβρώσει το σύρμα και η περόνη ασφαλείας είχε απελευθερωθεί! Για ένα ανεξήγητο λόγο ωστόσο δεν είχε προκληθεί έκρηξη.
Ο Σλάμπρεντορφ εξέτασε τον πυροκροτητή και διαπίστωσε πως δεν ήταν ελαττωματικός. Τελικά κατάλαβε τι είχε συμβεί. Είχαν πέσει θύματα του μοναδικού ελαττώματος του συγκεκριμένου εκρηκτικού. Το τελευταίο δεν λειτουργούσε σε χαμηλές θερμοκρασίες.
Προφανώς ο Μπραντ δεν πήρε το δέμα στη θερμαινόμενη καμπίνα των επιβατών, αλλά το τοποθέτησε στο χώρο αποσκευών. Οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούσαν εκεί, λόγω του ύψους, είχαν ως συνέπεια να παγώσει η εκρηκτική ύλη.
Ήταν μια από τις πολλές φορές που ο Χίτλερ είχε σταθεί τυχερός, όχι όμως και η ανθρωπότητα.

Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός
Πηγή: mixanitouxronou.gr

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Το μάθημα της αποτυχίας

Συγγραφέας: Γιώργος Καρουζάκης
hard math
«Τα μαθηματικά κάνουν συχνά τους ανθρώπους να αισθάνονται βλάκες. Και είναι αρκετά οδυνηρό να αισθάνεσαι βλάκας», έγραψε πρόσφατα στο περιοδικό Slate, o συγγραφέας και μαθηματικός Ben Orlin. Καθηγητής μέσης εκπαίδευσης στο Oakland o ίδιος, διατηρεί, επίσης, ένα διάσημο blog που είναι αφιερωμένο στη διδασκαλία των μαθηματικών. Στο άρθρο του περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει στο σχολείο, τη συμπεριφορά των αδύναμων μαθητών του και με εξομολογητική διάθεση διαπιστώνει : «Η δική μου αγχωτική και αμυντική αναβλητικότητα με έκανε καλύτερο δάσκαλο».
Πριν διαβάσουμε για ποιο λόγο θεωρεί την αναβλητικότητά του προτέρημα, ας δούμε μερικές παρατηρήσεις του από τη διδασκαλία των μαθηματικών οι οποίες αφορούν, κυρίως, τους αδύναμους μαθητές : «απουσιάζουν συχνά από το μάθημα, χρονοτριβούν, δεν κάνουν ερωτήσεις, δεν κρατούν σημειώσεις. Προσπαθούν να αποτύχουν;» αναρωτιέται. Αν και έχει μια εξήγηση για αυτήν τη συμπεριφορά : «η πιο ισχυρή αιτία που εξηγεί αυτήν την αυτοκαταστροφική συμπεριφορά είναι, στην ουσία, η αποστροφή του ανθρώπου προς τον πόνο. Τα μαθηματικά κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται ηλίθιοι και αυτό το αίσθημα προκαλεί πόνο. Είναι δύσκολο να το συνειδητοποιήσει κάποιος αν δεν το έχει βιώσει από πρώτο χέρι. Ευτυχώς, εγώ το ένιωσα, αν και όταν βρισκόμουν σε αυτήν την κατάσταση δεν αισθανόμουν τόσο τυχερός», λέει.
Στη συνέχεια αναφέρεται στη δική του συνάντηση με την αποτυχία. Όλα ξεκίνησαν όταν θέλησε, πρόσφατα, ως καθηγητής μαθηματικών να παρακολουθήσει ένα σεμινάριο στην Τοπολογία.
«Η αποτυχία μου ξεκίνησε σταδιακά, αθόρυβα όπως ξεκινά σε όλους. Αντέγραφα επιμελώς τις σημειώσεις των συναδέλφων μου, αλλά αισθανόμουν ότι αρκετά από όσα αντίκριζα μπροστά μου ήταν ασαφή και δεν τα κατανοούσα. Ήξερα ότι, μέρα με την ημέρα, τα κενά που είχα στο μάθημα αυξάνονταν αλλά δεν μπορούσα να τα εντοπίσω. Περίμενα υπομονετικά τη στιγμή που ένα ταρακούνημα θα έβαζε όλα τα χαμένα κομμάτια του παζλ στη θέση τους. Στην πραγματικότητα δεν ζήτησα βοήθεια από κανέναν (ήμουν τρομοκρατημένος από τη ρετσινιά του «ηλίθιου»). Έτσι κύλησε ο χρόνος με μικρές εκλάμψεις κατανόησης, μέχρι να συνειδητοποιήσω την αποτυχία μου».
Το βίωμα της αποτυχίας τον βοήθησε, πάντως, να κατανοήσει πώς ακριβώς αισθάνονται σήμερα οι αδύναμοι μαθητές του, αφού κάθε στοιχείο και σύμπτωμα της συμπεριφοράς τους λειτουργεί σαν καθρέφτης του παλιού του εαυτού. Σε αυτούς αναγνωρίζει, χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, το φόβο να κάνουν ερωτήσεις, την αδυναμία τους να κατανοήσουν το μάθημα, τη δυσκολία τους να ζητήσουν τη βοήθεια του δασκάλου, τη διάθεση να δικαιολογούν τον εαυτό τους και να ρίχνουν το φταίξιμο στους άλλους, τον πανικό στην αναμονή της αξιολόγησής τους από το δάσκαλο και πολλά άλλα.
«Όταν έρχεται η στιγμή να αντιμετωπίσουμε τις ελλείψεις μας και να εκτεθούμε στους δασκάλους και τους συμμαθητές μας, ο πανικός μας αναγκάζει να οχυρωθούμε πίσω από μια αμυντική συμπεριφορά», λέει ο Ben Orlin. Και καταλήγει : «Η αποτυχία στα μαθηματικά θα έπρεπε να είναι όπως κάθε άλλη αποτυχία : δυσάρεστη αλλά και διδακτική. Τελικά είμαι ευγνώμων για τη δική μου αποτυχία. Ακριβώς, όπως οι ψυχαναλυτές δεν εξασκούν το επάγγελμά τους αν δεν ψυχαναλυθούν οι ίδιοι, έτσι και οι μαθηματικοί δεν θα έπρεπε να μπαίνουν στην τάξη αν δεν έχουν νιώσει, έστω μια φορά, το αίσθημα της αποτυχίας και του «βλάκα» που δεν καταλαβαίνει τα μαθηματικά».
Πηγή: περιοδικό Slate, thalesandfriends.org

Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Οι σημαντικοί άνθρωποι της ζωής μας



O Αμερικανός Charles Monroe Schulz (1922 - 2000), υπήρξε ο δημιουργός της σειράς κόμικς ‘’Peanuts’’. Το παρακάτω quiz αποκαλείται ‘’Φιλοσοφία του Charles Schulz’’, αν και δεν αποτελεί δικό του έργο:

Σκεφτείτε τις πιο κάτω ερωτήσεις:
1. Ονομάστε τους 5 πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο.
2. Ονομάστε τους τελευταίους 5 νικητές των καλλιστείων Miss Κόσμος.
3. Ονομάστε 10 νικητές των βραβείων Nobel ή Pulitzer.
4. Ονομάστε τους τελευταίους 6 νικητές βραβείων Oscar για τον τίτλο του «καλύτερου ηθοποιού».
5. Ονομάστε τους νικητές του πρωταθλήματος baseball για την τελευταία δεκαετία.
Πώς τα πήγατε;

Το μήνυμα είναι πως κανείς μας δεν θυμάται κατά λέξη τους πρωταγωνιστές του χθες.
Οι πιο πάνω είναι οι καλύτεροι στον τομέα τους.
Αλλά το χειροκρότημα σβήνει.
Τα βραβεία ξεθωριάζουν.
Τα επιτεύγματα ξεχνιούνται.
Οι επευφημίες και τα πιστοποιητικά θάβονται με τους ιδιοκτήτες τους.

Διαβάστε, τώρα, το πιο κάτω quiz:
1. Ονομάστε μερικούς δασκάλους ή καθηγητές που σας σημάδεψαν κατά τη φοίτησή σας.
2. Ονομάστε τρεις φίλους σας που σας βοήθησαν σε μια δύσκολη στιγμή.
3. Ονομάστε πέντε ανθρώπους που σας δίδαξαν κάτι αξιόλογο.
4. Σκεφτείτε μερικούς ανθρώπους που σας έκαναν να αισθανθείτε σημαντικοί και ιδιαίτεροι.
5. Σκεφτείτε πέντε ανθρώπους με τους οποίους απολαμβάνετε να περνάτε τον χρόνο σας.


Σας φάνηκε πιο εύκολο;

Οι άνθρωποι που κάνουν τη διαφορά στη ζωή μας δεν είναι αυτοί με τα περισσότερα πιστοποιητικά, τα πιο πολλά λεφτά ή τα περισσότερα βραβεία. Απλούστατα, είναι αυτοί που νοιάζονται περισσότερο για μας!

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Οι ξένες γλώσσες


Σε μια ραχούλα καθόταν ο Σήφης και ο Μανούσος και αγνάντευαν την δύση του ήλιου στον Ψηλορείτη.
Κάποια στιγμή τους πλησιάζει ένας τουρίστας και τους ρωτάει:
«Ντου γιου σπικ ίγκλις»;
Οι δυο Κρητικοί κοιτιούνται μεταξύ τους κι ο Μανούσος απαντάει:
«Τς».
«Σπρέχεν ζι ντόιτς;» ξαναρωτά ο τουρίστας.
«Τς».
«Παρλάρε ιταλιάνο;»
«Τς».
«Παρλέ βου φρανσέ;» αγανακτεί πλέον ο τουρίστας.
«Τς».
«Πάρλα εσπανιόλ;» χάνει την υπομονή του ο ξένος.
«Τς».
Κατακόκκινος από τα νεύρα του και απογοητευμένος ο τουρίστας απομακρύνεται. Ο Σήφης τον βλέπι να φεύγει και λέει του Μανούσου:
«Μωρέ Μανούσο…»
«Μμμμ;»
«Μωρέ Μανούσο κατές ένα πράμα. Μπρε συ δεν κατέχομε καμιά ξένη γλώσσα. Πρέπει να πάμε να μάθουμε καμία…»
«Γιάντα, μωρέ Σήφη; Ήντα να τηνε κάμομε;» απορεί ο Μανούσος.
«Ε, πως τι να την κάμομε… Για να μπορούμε να συνεννοηθούμε».
«Γιάντα, μωρέ Σήφη, τουτοσές που κάτεχε πέντε γλώσσες μωρέ, μήπως συνεννοήθηκε;»


Παρασκευή 22 Μαΐου 2015

Η σφαγή στην Κορμίστα Σερρών και τα 91 θύματα των Βούλγαρων κατακτητών


Η Κορμίστα (παλιότερη γραφή Κρομμύστα), βρίσκεται στις βορειοδυτικές υπώρειες του Παγγαίου όρους, κάτω από το μοναστήρι της Παναγιάς της Εικοσιφοίνισσας, σε υψόμετρο 299 μέτρων και διοικητικά υπάγεται στην Επαρχία Φυλλίδας (πρωτεύουσα η Νέα Ζίχνη) του Νομού Σερρών και πιο συγκεκριμένα στο δήμο Αμφίπολης. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 555 κατοίκους.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Κορμίστα ένας σημαντικός μουσουλμανικός πληθυσμός αποτελούμενος από περίπου 50 οικογένειες. Εξ αιτίας της εγκατάστασης αυτής οι Έλληνες κάτοικοι του χωριού προτίμησαν να χτίσουν νέα σπίτια προς το βουνό, στη θέση «Ραγιά», συνοικία που πήρε το όνομα της από το γεγονός ότι την κατοικούσαν αποκλειστικά «ραγιάδες», δηλαδή υπόδουλοι χριστιανοί.
Στις 23 Αυγούστου 1507 οι Τούρκοι της Κορμίστας και των άλλων χωριών του βόρειου Παγγαίου, με τη συνδρομή βασιβουζούκων της Δράμας, επιτέθηκαν στην Εικοσιφοίνισσα και έσφαξαν τους 172 συνολικά μοναχούς της Μονής, επειδή απέτρεπαν τον εξισλαμισμό των ραγιάδων.
Με την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα το χωριό μετατράπηκε σε φυτώριο εκκολαπτόμενων ανταρτών και κέντρο συγκέντρωσης οπλισμού.
Αν και στα χωριά του Παγγαίου δεν υπήρχε σλαβόφωνος πληθυσμός, οι κομιτατζήδες επιχείρησαν να εγκατασταθούν στην περιοχή για να αποσπάσουν από τους ελληνόφωνους κατοίκους, με τη μέθοδο της τρομοκρατίας, δηλώσεις προσχώρησης στη Βουλγαρική Εξαρχία. Όμως οι Έλληνες κάτοικοι της περιοχής αντέδρασαν, καθοδηγούμενοι από τον Δεσπότη της Δράμας.
Μετά τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, τον Αύγουστο του 1913, με την οποία τα σύνορα της Ελλάδας έφτασαν μέχρι το Νέστο, η Κορμίστα επίσημα αποτέλεσε τμήμα της ελληνικής επικρατείας.
Όταν όμως στις 26 Μαΐου 1916, ο πρωθυπουργός Στέφανος Σκουλούδης παρέδωσε αμαχητί και «προσωρινά» το Ρούπελ στους Γερμανοβούλγαρους, άρχισε ο νέος Γολγοθάς της Ανατολικής Μακεδονίας που διήρκεσε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1918.
Οι Βούλγαροι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή ως κυρίαρχοι και το πρώτο μέλημα τους ήταν η καταδίωξη όλων των μακεδονομάχων. Συνέλαβαν τον Ιωάννη Πατέλη και τον πατέρα του από την Κορμίστα και τους εκτέλεσαν. Παράλληλα επιδόθηκαν και σε ένα όργιο κλοπής περιουσιών και πολιτιστικών θησαυρών. Αποκορύφωμα υπήρξε η επιδρομή του κομιτατζή Πανίτσα στην Εικοσιφοίνισσα κατά την Μεγάλη Εβδομάδα του 1917. Στις 27 Μαρτίου 1917, ο Βούλγαρος κομιτατζής συνοδευόμενος από τον Αυστριακό αρχαιολόγο Βλαδίμηρο Σις, συνέλαβε και κακοποίησε τους μοναχούς της Εικοσιφοίνισσας, έκαψε όλα τα ιερά βιβλία της Μονής και τα άμφια των μοναχών και έκλεψε πολύτιμα αντικείμενα μεγάλης αξίας, από τα οποία ξεχώριζαν δυο εικόνες της Παναγίας, η μια μαργαριτοποίκιλτη, διακοσμημένη με 35 πολύτιμους λίθους και η άλλη ολόχρυση, δυο επιτάφιοι και κυρίως το «εκ μεμβράνης επίχρυσον Ευαγγέλιον μετ’ εικόνων έσωθεν και έξωθεν Ιωάννου του Κατακουζηνού του έτους 1354, βάρους 9 οκάδων», καθώς και ένα Ευαγγέλιο αρχαίων χαρακτήρων, το οποίο ήταν παμπάλαιο. Τα κλοπιμαία τα φόρτωσε σε 18 μουλάρια και τα μετέφερε στη Δράμα και από εκεί στη Βουλγαρία.
Μετά την ήττα των Κεντρικών Αυτοκρατοριών, με τα άρθρα 125 και 126 της συνθήκης του Νειγύ, η Βουλγαρία υποχρεώθηκε να επιστρέψει όλα ανεξαιρέτως τα κλοπιμαία της Εικοσιφοίνισσας, όπως και τα κλοπιμαία από άλλες Ιερές Μονές της περιοχής, που ανέρχονταν συνολικά σε 430. Οι Βούλγαροι όμως επέστρεψαν μόνο τα 259 απ’ αυτά, κατακρατώντας τα υπόλοιπα, που ήταν και τα πολυτιμότερα. Μεταξύ αυτών και το Ευαγγέλιο του Κατακουζηνού.
Αλλά και στη σχέση τους με τον ελληνικό πληθυσμό της περιοχής οι Βούλγαροι φέρθηκαν πολύ βίαια και κατά παράβαση του ισχύοντος διεθνές δικαίου. Στην περιοχή απαγορεύτηκε ο ελληνικός τύπος, ακόμη και η ακρόαση ξένων ραδιοφωνικών σταθμών, οι ελληνικές επιγραφές αντικαταστάθηκαν από βουλγάρικες, έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία, επιβλήθηκε ως νόμισμα της περιοχής το βουλγάρικο λέβα και έγινε προσπάθεια να ενταχθεί η οικονομία της περιοχής στη βουλγαρική εθνική οικονομία. Τέλος η εκκλησία εντάχθηκε κι αυτή στα πλαίσια της βουλγάρικης εκκλησιαστικής οργάνωσης.

Από το μουσειακό χώρο που είναι αφιερωμένο στο Ολοκαύτωμα
Παράλληλα οι Βούλγαροι επιστράτευσαν όλον τον ενεργό ανδρικό πληθυσμό της περιοχής και τον κατέταξαν σε «τάγματα εργασίας» που έδρευαν στη Βουλγαρία. Στην περιοχή του Παγγαίου τα τάγματα αυτά ονομάστηκαν «ντουρντουβάκια», κατά ελληνοποιημένη παραφθορά της βουλγαρικής λέξης «τρούντοβ βοϊνίκ», που σημαίνει στρατιώτης αγγαρείας.
Μαζί με τους νέους από τα γειτονικά χωριά της περιοχής επιστρατεύτηκαν και οι νέοι άντρες της Κορμίστας και στάλθηκαν στα έλη της Δοβρουτσάς, όπου η καταναγκαστική εργασία, το υγρό κλίμα, ο συστηματικός υποσιτισμός (100 δράμια ψωμί ημερησίως κατ’ άτομο), η βρωμιά, οι ψείρες, η επιδημία εξανθηματικού τύφου και οι ελώδεις πυρετοί τους αποδεκάτισαν. Σχεδόν τα 2/3 των «ντουρντουβακιών» άφησαν τα κόκαλα τους εκεί, ενώ όσοι επέστρεψαν είχαν μόνιμα προβλήματα υγείας μέχρι το θάνατο τους.
Όλος ο εναπομείνας πληθυσμός επιστρατεύτηκε για να στρώσει με χαλίκι το χωματόδρομο «Τσάγεζι – Κούροβο». Παράλληλα οι βουλγαρικές αρχές επιδόθηκαν σε ολοσχερείς κατασχέσεις της παραγωγής δημητριακών με αποτέλεσμα την πρόκληση λιμού στον πληθυσμό. Τότε πέθαναν από ασιτία πολλοί, ηλικιωμένοι κυρίως, κάτοικοι της Κορμίστας, οι οποίοι αναγκάστηκαν να τρώνε χελώνες και «ψωμί» από σπόρο φουρκαλιάς, που τους προκαλούσε γαστρορραγίες.
Μετά την ήττα και τη συνθηκολόγηση της Βουλγαρίας στις 17 Σεπτεμβρίου 1918, τα στρατεύματά της εγκατέλειψαν την Ανατολική Μακεδονία, η οποία απελευθερώθηκε από το Α’ Σώμα Στρατού.
Μετά την Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε στην Κορμίστα προσφυγικός πληθυσμός (περίπου 30 οικογένειες τουρκόφωνων μικρασιατών από τη Βιθυνία και άλλες τόσες οικογένειες ελληνοφώνων προσφύγων από τη Στράντζα της Ανατολικής Θράκης).

Από το μουσειακό χώρο που είναι αφιερωμένο στο Ολοκαύτωμα
Στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά την ήττα της Ελλάδας από τους Γερμανούς και τη συνθηκολόγηση, η περιοχή παραχωρήθηκε από τους Γερμανούς στους Βούλγαρους, ως «δώρο» του Χίτλερ στον Βούλγαρο τσάρο Bόρις, για τη βοήθεια που του είχε προσφέρει ο τελευταίος στην κατάληψη από τις στρατιές του Γ’ Ράιχ, της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Κατά τη βουλγαρική κατοχή και μετά την εκδήλωση του, λεγομένου «κινήματος της Δράμας»[1], η Κορμίστα χαρακτηρίσθηκε ως «χωριό επαναστατικό», γιατί βρέθηκε στο δρόμο των ανταρτών, που προσπαθούσαν να καταφύγουν στην Εικοσιφοίνισσα, καταδιωκόμενοι από τα βουλγαρικά στρατεύματα.
Καθοδηγητικό ρόλο στην εξέγερση έπαιξε το Μακεδονικό Γραφείο που για ένα διάστημα είχε έδρα στις Σέρρες. Τα στελέχη του, ο Παρασκευάς Δράκος (Μπάρμπας), ο Απόστολος Tζανής (Κωστάκης), ο Μωυσής Πασχαλίδης (Γρηγόρης), οι Λάμπρος και Αραμπατζής Μαζαράκης και ο υπεύθυνος ο Παντελής Χαμαλίδης θυσίασαν τη ζωή τους, καθώς επίσης και ορισμένοι από τους οργανωτές της εξέγερσης, όπως ο Μιχάλης Γεωργιάδης (γέρο-Σπάρτακος), Χρήστος Καλαϊτζίδης ή Καγιάς, Ηλίας Καραγιαννίδης, Αργύρης Κρόκος, Θόδωρος Μαυρομάτης (Δράκος), Χαράλαμπος Νικολαΐδης, οι Πέτρος και Γιάννης Παστουρματζής, Βαγγέλης Παπαχρήστου και άλλοι πολλοί.
Το πρωί της 1ης Οκτωβρίου 1941, βουλγαρικό απόσπασμα προερχόμενο από τη Δράμα, αφού συγκέντρωσε με δόλο κατοίκους του χωριού, διαχώρισε τους άνδρες από τα γυναικόπαιδα και, κρατώντας τα τελευταία σε κατάσταση ομηρίας (για να εξασφαλίσει τη νομιμοφροσύνη των ανδρών), οδήγησε 125 περίπου άνδρες στο υπόγειο του Κοινοτικού Καταστήματος, όπου επιχείρησε με πολυβολισμούς και χειροβομβίδες να τους εκτελέσει. Οι άνδρες αντιστάθηκαν, έριξαν χειροβομβίδα σε ένα πολυβόλο και από τη σύγχυση που προκλήθηκε, μερικοί κατόρθωσαν να διαφύγουν. Δυστυχώς οι άνδρες αυτοί ήταν λίγοι, καθώς οι Βούλγαροι συνήλθαν γρήγορα από τον αρχικό αιφνιδιασμό και αποτελείωσαν το έργο τους, δολοφονώντας 91 άτομα από ηλικίας 16 έως 70 ετών. Ο μέσος όρος ηλικίας των εκτελεσθέντων είναι 36 ετών.

Από το μουσειακό χώρο που είναι αφιερωμένο στο Ολοκαύτωμα
Τις επόμενες δυο ημέρες, κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που έκανε στο Παγγαίο δύναμη δυο ταγμάτων και μιας πυροβολαρχίας υπό τον Αντισυνταγματάρχη της φρουράς Δράμας, Ηλία Μπεκιάρωφ. εκτελέσθηκαν άλλοι δυο κάτοικοι της Κορμίστας. Κατά τους επόμενους μήνες βρήκαν το θάνατο άλλοι τέσσερις κάτοικοι της Κορμίστας, που είχαν συμμετοχή στο «κίνημα της Δράμας». Το 1944 οι Βούλγαροι έκαψαν την εκκλησία του χωριού και εκτέλεσαν ακόμη τρεις κατοίκους.
Μετά τον πόλεμο η Κορμίστα, όπως άλλωστε όλη η Ελλάδα, μπήκε στη δίνη του εμφυλίου με θύματα και από τις δυο πλευρές, ενώ μετά τη λήξη του εμφυλίου, λίγοι κάτοικοι του χωριού διέφυγαν στις Ανατολικές χώρες, απ’ όπου ελάχιστοι επέστρεψαν.



[1] Στις 28 Σεπτεμβρίου 1941 εκδηλώθηκαν συντονισμένες ένοπλες επιθέσεις στα κοινοτικά γραφεία και στους αστυνομικούς σταθμούς 16 δήμων και κοινοτήτων στην περιοχή της Δράμας. Η βουλγαρική εξουσία καταλύθηκε και οι κάτοικοι κλήθηκαν να ακολουθήσουν τους ενόπλους στο βουνό. Ιδιαίτερα, στο Δοξάτο όπου η εξέγερση εκδηλώθηκε λίγες ώρες νωρίτερα, έγινε συμπλοκή κατά την οποία τραυματίστηκε ο Βούλγαρος νομάρχης, ο οποίος βρισκόταν εκεί τυχαία.
Η εξέγερση, όμως, απέτυχε στην πόλη της Δράμας, γιατί οι αρχές πήραν εγκαίρως μέτρα και την έπνιξαν στο αίμα.
Χιλιάδες κάτοικοι εκτελέστηκαν στη Δράμα και στο Δοξάτο. Χιλιάδες ήταν και οι συλλήψεις.
Η βουλγαρική εξουσία είχε αποκατασταθεί πλήρως ως τις 2 Οκτωβρίου. Όμως η άγρια καταστολή και οι διώξεις πολιτών συνεχίστηκαν ως τις 6 Νοεμβρίου με πρόσχημα την αναζήτηση ενόπλων και αμάχων που είχαν καταφύγει στα βουνά.

Πέμπτη 21 Μαΐου 2015

Silent Love

Μια ταινία μικρού μήκους για τη σχέση που δημιουργείται μεταξύ δύο άγνωστων ανθρώπων που συναντιούνται καθημερινά στο τρένο. Οι δυο πρωταγωνιστές κάθονται σε αντικρινά καθίσματα και το μόνο που τους ενώνει είναι η αμηχανία της στιγμής.
Το αγόρι θέλει να της μιλήσει, αλλά δεν μπορεί. Θέλει να της πει όλα όσα κρύβει στην καρδιά του, πως την έχει ερωτευτεί, πως θέλει να βγουν έξω μαζί, αλλά… δεν μπορεί.

Το τέλος που οδηγεί σε λύση είναι απροσδόκητο…


Τετάρτη 20 Μαΐου 2015

Το κυνήγι της αλεπούς

Τα παιδιά ρίχνουν κλήρο ποιο θα είναι η αλεπού. Η αλεπού πρέπει να είναι εφοδιασμένη με είκοσι πέντε χαρτονάκια αριθμημένα.
Ξεκινά και παίρνει ένα δρόμο. Περπατώντας κρύβει τα χαρτονάκια κάτω από μια πέτρα ή ανάμεσα στα χόρτα.
Μετά από λίγη ώρα, τα σκυλιά, δηλαδή οι υπόλοιποι παίκτες, ξεκινούν. Όταν κάποιος από τους σκύλους ανακαλύψει ένα χαρτονάκι από αυτά που έχει κρύψει η αλεπού, φωνάζει και τους άλλους παίκτες κοντά του. Κοιτάζουν τον αριθμό του χαρτονιού. Το παιδί που θα βρει το μεγαλύτερο αριθμό στη διάρκεια της ανίχνευσης, μπαίνει εκείνο αρχηγός του παιχνιδιού και το διευθύνει.
Την αλεπού δεν μπορούν να την πιάσουν, ακόμα κι αν την προλάβουν. Αυτό γίνεται, όταν οι παίκτες δεν έχουν βρει όλα τα χαρτονάκια. Όταν τελειώσουν τα χαρτονάκια της αλεπούς, τρέχουν τα σκυλιά να την πιάσουν κι όταν την πιάσουν, τελειώνει το παιχνίδι.

Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Αρκάς - Χαρμολύπη

Ο σπουδαίος σκιτσογράφος Αρκάς με μια δημοσίευσή του την περασμένη εβδομάδα στην προσωπική του σελίδα στο Facebook μας δίδαξε πόσο κοντά και πόσο δυσδιάκριτα είναι τα όρια μεταξύ του αστείου και του σοβαρού, της χαράς και της λύπης, του ματιού που γελάει και του ματιού που κλαίει. Η ανάρτησή του αφορούσε σε «έναν επίλογο που δεν δημοσιεύτηκε ποτέ» για τη σειρά «Χαμηλές Πτήσεις».
Το διάσημο σπουργίτι, που από το 1991, όταν πρωτοεμφανίστηκε, έκανε κόλαση τη ζωή του πατέρα του, μεγάλωσε...
Μεγαλύτερο και σοφότερο πια, κάνει έναν απολογισμό της σχέσης του με τον πατέρα του.

Έναν απολογισμό που, μοιραία, κάνουμε όλοι μας κάποτε…


Παρασκευή 15 Μαΐου 2015

Ο Μουσουλμάνος «κρυφοχριστιανός» που «έψησε» 47 Τούρκους στο σαπωνοποιείο του για να πάρει εκδίκηση. Η απίστευτη ιστορία του σφακιανού, Θεοχάρη Γιουρμέτη

pasba4


Στις αρχές του 1800 στα σκλαβωμένα Χανιά της Κρήτης, οι αγάδες των γύρω χωριών εισέβαλαν στα καφενεία και έδιωχναν όλους τους Χριστιανούς καβάλα στα άλογα τους. Τους αντιμετώπιζαν σαν μιάσματα, απέστρεφαν τα πρόσωπά τους και πυροβολούσαν τους σταυρούς.


chania-engraving-1800s



Μέσα σε αυτή την κόλαση υπήρχε ένα φαρμακείο, του Νικόλα Ρενιέρη, απ΄ όπου περνούσαν όλοι οι διανοούμενοι Χριστιανοί της πόλης για να πάρουν κουράγιο και να ακούσουν τα σοφά του λόγια. Ο Νικόλας Ρενιέρης ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογενείας και είχε σπουδάσει ιατρική στο εξωτερικό.
Λόγω της ευγενούς προσωπικότητας του, από το φαρμακείο του περνούσαν και μερικοί φιλήσυχοι Τούρκοι για να ακούσουν τις συμβουλές του και να πιουν μαζί του ένα καφέ. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και ο λαδέμπορος Πασβάνογλου, ένας Τούρκος ευγενής αλλά και φανατικός Μουσουλμάνος.

Οι μυστηριώδεις εξαφανίσεις Τούρκων


Εκείνη την εποχή οι μυστηριώδεις εξαφανίσεις Τούρκων απασχολούσαν τις αρχές. Κάθε τόσο χανόταν από την πόλη και ένας Τούρκος και κανένας δεν έβρισκε τα ίχνη τους, ούτε κάποιο πτώμα που θα υποδήλωνε τη δολοφονία τους. Μια μέρα στο φαρμακείο του Ρενιέρη, έγινε λόγος για την εξαφάνιση κάποιου Σελίμ Αγά. Ο Πασβάνογλου άκουσε ότι είχαν συλλάβει κάποιον Χριστιανό ως ύποπτο, τον οποίο είχε κακοποιήσει ο Σελίμ, και τον βασάνιζαν μέχρι να ομολογήσει για τις μυστηριώδεις εξαφανίσεις των Τούρκων.


pasba2



Τότε ο Πασβάνογλου βγήκε έξω από το φαρμακείο και ειδοποίησε εμπιστευτικώς τον κρατούμενο για να χρησιμοποιήσει ως άλλοθι ότι δούλευε στο λαδάδικο του Πασβάνογλου την ημέρα που εξαφανίστηκε το ο Σελίμ. Πράγματι ο κρατούμενος ισχυρίστηκε ότι δούλευε στο μαγαζί και τον άφησαν ελεύθερο.
Ο Ρενιέρης ρώτησε τον Πασβάνογλου, γιατί βοήθησε τον Χριστιανό. Εκείνος του ζήτησε να πάνε στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στο Ακρωτήρι. Πήραν τα γαϊδούρια και πήγαν στο μοναστήρι. Μπήκαν στην εκκλησία και εκεί ο Πασβάνογλου πήρε κρυφά μια εικόνα του Χριστού. Μόλις βγήκαν έξω, έβγαλε την εικόνα και όρκισε τον Ρενιέρη πως ότι ειπωθεί θα μείνει μυστικό για πάντα.

Η εξομολόγηση


Τότε ο Πασβάνογλου εξομολογήθηκε στον Ρενιέρη ότι ήταν Χριστιανός και ότι καταγόταν από την Ανώπολη Σφακίων, ενώ το πραγματικό του όνομα ήταν Θεοχάρης Γιουρμέτης. Όπως διηγήθηκε στο Ρενιέρη, σε ηλικία 10 χρόνων, ο δευτερντάρης των Χανιών τον πάντρεψε με την κόρη του και τον έκανε Τούρκο. Όλοι μαζί έμεναν στην Φιλιππούπολη, αλλά μέσα σε λίγα χρόνια η μοίρα τον χτύπησε αλύπητα. Η γυναίκα του πέθανε στη γέννα, λίγο αργότερα έχασε τον πεθερό του, ενώ μετά από μερικά χρόνια πέθανε και ο γιος του. Έτσι αποφάσισε να τα πουλήσει όλα και να επιστρέψει στο πατρικό του στην Ανώπολη Σφακίων.
Όπως αποκάλυψε στον Ρενιέρη, οι Τούρκοι είχαν σκοτώσει τη μητέρα του, ενώ ο γενίτσαρος Καυκάλας είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Θέλοντας να πάρει εκδίκηση για τη «δολοφονία» των γονιών του, έμεινε στα Χανιά και άνοιξε λαδάδικο. Πήρε στην δούλεψη του άλλους δύο γεροδεμένους άνδρες και άρχισαν να αρπάζουν Τούρκους και να τους «ψήνουν» στο σαπωνοποιείο που είχε στο μαγαζί του. Μέχρι την στιγμή της εξομολόγησής του, είχε σκοτώσει ήδη 47 Τούρκους και δεν ήξερε εάν έπρεπε να συνεχίσει ή να επιστρέψει στην Φιλιππούπολη.
Ο Ρενιέρης τρομαγμένος τον συμβούλεψε να τραπεί σε φυγή και ο Γιουρμέτης ακολούθησε την συμβουλή του.


pasba3


Το τέλος


Μετά από μερικά χρόνια ο Ρενιέρης αναζήτησε τα ίχνη του Πασβάνογλου, ενώ είχε κρατήσει καλά κρυμμένο το ένοχο μυστικό του. Ρώτησε λοιπόν τον αρχιμανδρίτη Αγάπιο της Φιλιππούπολης, εάν γνώρισε κάποιον Πασβάνογλου και εκείνος του είπε πως το 1824 τον απαγχόνισαν γιατί αποκαλύφθηκαν οι δολοφονίες που είχε κάνει.

Πληροφορίες αντλήθηκαν από το επιστημονικό περιοδικό «Ιστορία Εικονογραφημένη», του εκδοτικού οργανισμού «Πάπυρος»

Πηγή: Mixanitouxronou.gr

Πέμπτη 14 Μαΐου 2015

Το διαγώνισμα


Λέει η δασκάλα στους μαθητές της:
«Αύριο θα γράψουμε διαγώνισμα και δεν θα δικαιολογήσω καμία απουσία παρά μόνο για εξαιρετικούς λόγους. Αν γίνει πόλεμος ή είσαστε στο νοσοκομείο ή πεθάνει κάποιος γονέας».
Τότε σηκώνει το χέρι του ο ταραξίας της τάξης και ρωτάει:
«Κυρία θα δικαιολογήσετε την απουσία μου επειδή θα περάσω μια βραδιά αχαλίνωτου sex, και θα είμαι ξεθεωμένος;»
Και απαντάει η καθηγήτρια:

«Όχι, αγόρι μου, όχι. Δεν πειράζει. Θα γράψεις με το άλλο χεράκι!

Τετάρτη 13 Μαΐου 2015

Παροιμίες (Γκρίνια)


Γκρίνια

Αβάσταχτο κακό της πεθεράς η γκρίνια.
Η αγάπη κτίζει σπίτια και το μίσος τα γκρεμίζει.
Η γκρίνια σπίτια καταλεί και αντρόγυνα χωρίζει.
Η γκρίνια του σπιτιού γίνεται πρόξενος κακού.
Η γκρίνια φέρνει γρουσουζιά κι η γρουσουζιά τη γκρίνια.
Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
Κάλλιο λάχανα (ή ρίγανη) με ειρήνη, παρά μπακλαβά με γκρίνια.
Η τεμπελιά φέρνει φτώχεια και η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
Κάλλιο ξερό ψωμί μ’ ειρήνια παρά ψάρια με τη γκρίνια.
Λευκαντής στον καρβουνιάρη, συ με έκανες γκρινιάρη.
Με λίγη γκρίνια γίνεται καλύτερη η αγάπη.
Ο γκρινιάρης δεν χρειάζεται αιτία, είναι ο ίδιος αιτία να γκρινιάζει.

Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Αλλουνού παπά ευαγγέλιο


Αυτή η φράση προήλθε από μια αστεία κεφαλλονίτικη ιστορία, η οποία εκτυλίχθηκε στα μέσα του προηγουμένου αιώνα.
Κάποιος αγράμματος παπάς από ένα χωριουδάκι της Κεφαλλονιάς, πήγε να λειτουργήσει σ’ ένα άλλο χωριό, επειδή ο παπάς του χωριού εκείνου είχε αρρωστήσει για πολύν καιρό.
Ο παπάς όμως, στο δικό του ευαγγέλιο, επειδή ήταν αγράμματος, είχε βάλει δικά του σημάδια που τον βοηθούσαν και με τον τρόπο αυτό κατάφερνε να λέει το Ευαγγέλιο της ημέρας.
Εδώ όμως, στο ξένο ευαγγέλιο, δεν υπήρχαν τα σημάδια, γιατί ο παπάς αυτού του χωριού δεν τα είχε ανάγκη, μιας και ήταν μορφωμένος.
Άρχισε, λοιπόν, ο καλός μας να λέει το ευαγγέλιο που λέγεται την Κυριακή του Ασώτου.
Τότε κάποιος από το εκκλησίασμα του φώναξε:
«Τι μας ψέλνεις εκεί ορέ παπά; Αυτό δεν είναι το σημερινό ευαγγέλιο!»
«Εμ, τι να κάνω;», αποκρίθηκε ο παπάς, που κατάλαβε το λάθος του και προσπάθησε να το «μπαλώσει» όπως όπως...
«Τούτο ‘δώ είναι άλλου παπά ευαγγέλιο…».

Από τότε έμεινε αυτή η παροιμιώδης φράση, με την οποία εννοούμε ότι κάτι είναι άσχετο με κάτι άλλο ή ότι κάποιος είναι αναρμόδιος για κάποιο θέμα.