ΩΡΑ...

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Ανάσταση (2)



Εύχομαι η Ανάσταση καρδιές να μαλακώσει
το αύριο καλύτερο μπορεί να ξημερώσει.

Ανάσταση (1)





Σαν και την λάμψη του κεριού τσ’ Ανάστασης το βράδυ
να ‘ναι η ζωή σου φωτεινή χωρίς σταλιά σκοτάδι.

Σταύρωση


Ελπίδα για ανάσταση κανείς δε μου έχει δώσει
όλοι ξανοίγουν ποιος μπορεί πρώτος να με σταυρώσει.

Στα χρόνια της δικτατορίας


Στα χρόνια της δικτατορίας είναι κάποιος νυχτιάτικα έξω από ένα σπίτι και φωνάζει:
- Μωρήηηηηη..... μωρήηηηηηηη...
Περιμένει λίγο, δεν του απαντάει κανείς οπότε συνεχίζει:
- Μωρήηηηηηηηηη..... μωρήηηηηηηηηηη...
Κάποιος περαστικός πλησιάζει από περιέργεια και ρωτάει:
- Με συγχωρείτε, αλλά ποιον φωνάζετε;
- Τη γυναίκα μου. Θέλω να μου ανοίξει επειδή ξέχασα τα κλειδιά μου.
- Δε θέλω να σας κάνω παρατήρηση, αλλά το βρίσκεται σωστό να φωνάζετε μωρή τη γυναίκα σας; Όνομα δεν έχει;
Κι ο άλλος αγανακτισμένος…
- Άκου να σου πω… Αν θέλεις φώναξέ την εσύ... Ελευθερία τη λένε...


Ότε οι ένδοξοι μαθηταί



Ότε οι ένδοξοι μαθηταί εν τω νιπτήρι του δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, εσκοτίζετο· και ανόμοις κριταίς σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον δια ταύτα αγχόνη χρησάμενον· φεύγε ακόρεστον ψυχήν, την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε, δόξα σοι.

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Το τροπάριο της Κασσιανής



Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή, την σήν αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νύξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος ερως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη.
Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου; Μη με την σήν δούλην παρίδης, Ο αμέτρητον έχων το έλεος.