Γέρος
Ακαμάτης
νέος, γέρος διακονιάρης.
Άκουσε γέρου
συμβουλή και παιδεμένου γνώση.
Αλί στο νιο
που δέρνεται στον γέρο που κοιμάται.
Αλλού πονάει
η γριά κι αλλού την τρίβει ο γέρος.
Άρχισε η
παγωνιά πιάνει ο γέρος τη γωνιά.
Ας ήμουν
νιος και να ’ξερα, γέρος και να μπορούσα.
Αψήφιστα τα
παίρνει ο νιος, αψήφιστα κι ο γέρος.
Βάλε γέρο τα
γυαλιά σου για να κάμεις τη δουλειά σου.
Βγήκε ο
γέρος στο κλωτσάτο κι η γριά στο κοπελάτο.
Γέρο βοριά
αρμένιζε και νότο παλικάρι, τα μαύρα νέφια του βοριά, τα κόκκινα του νότου.
Γέρο,
κριθάρι θέριζε και στάρι παλικάρι.
Γέροντες
θέλουν χάιδεμα κι οι αγάδες θέλουν άσπρα.
Γεροντοπιάσματα,
παιδιά της ορφάνιας.
Γερόντου και
μικρού παιδιού, ποτέ καλό μην κάνεις.
Γέρος γάτος,
τρυφερά ποντίκια θέλει.
Γέρος είσαι
δεν ‘φελάς, μόνο το ψωμί χαλάς.
Γέρος και
ξένος, πολλά καυχάται.
Γέρος (υ)πέργερος,
μάνα λέει.
Γέρου πορδή
μην ακούς, το λόγο του ν’ ακούς.
Γέρου
χάιδεμα και νιου γαμήσι.
Είδες γέρο
λωλό; Είχε το απ’ τα νιάτα του.
Είντα ‘ναι ο γέρος; Βήχας και φλέμα πορδή και ρέμα (ρευματισμοί).
Είντα ‘ναι ο γέρος; Βήχας και φλέμα πορδή και ρέμα (ρευματισμοί).
Είν’ του
γέρου τα κανάκια (χάδια) σαν νερόβραστα σπανάκια.
Ήρθε το
καλοκαιράκι, στρίβει ο γέρος το μουστάκι μα σαν έρθει κι ο χειμώνας, πάει ο
γέρος βλαστημώντας.
Κάθε γέρος
την πορδή του μόσχο την έχει.
Και του γέρου τα παιχνίδια, σα νερόβραστα κρεμμύδια.
Και του γέρου τα παιχνίδια, σα νερόβραστα κρεμμύδια.
- Καλησπέρα,
γέρο. - Κουκιά σπέρνω.
Καλύτερα η
αγάπη ενός γέρου παρά οι ξυλιές ενός νέου.
Καλύτερος
ένας καλός γέρος από τον καλύτερο νιο.
Κατά το γέρο
κι η στολή κατά το νιο κι η χάρη.
Κράτα γέρο για τα γεράματα…
Κράτα γέρο για τα γεράματα…
Μάθε γέρο
γράμματα τώρα στα γεράματα.
Μια παδκιά (πατησιά)
του γέρου αξίζει σίλιες (χίλιες) του
παιδκιού (παιδιού).
Νιος στα
πόδια, γέρος στην κρίση.
Ο γέροντας
είναι σαν το μικρό παιδί.
Ο γέρος δεν
πατά σε σάπια σανίδα.
Ο γέρος ή
από πέσιμο ή από χέσιμο θα πάει.
Ο γέρος κι
αν παινεύεται, ανήφορος το δείχνει.
Ο γέρος κι
αν στολίζεται, σε ανήφορο γνωρίζεται.
Ο γέρος
σκύλος δε γαβγίζει χωρίς αιτία.
Ο γέρος, ο
γερόγατος, μικρά ποντίκια τρώει.
Ο γέρος όταν
χαίρεται τα νιάτα του θυμάται.
Οι γέροντες
εγκωμιάζουν πάντοτε τα περασμένα και κατηγορούν τα τωρινά.
Ο θάνατος
πηγαίνει στους νέους, ενώ στο θάνατο πηγαίνουν οι γέροι.
Οκνός νέος,
φτωχός γέρος.
Όποιος νέος
είναι αμελής, γέρος θα είναι δυστυχής.
Όταν ήμουν
νιος, δούλευα τους γερόντους, και τώρα γέροντας, δουλεύω τα παιδιά.
Ο ύπνος
τρέφει το παιδί κι ο ήλιος το μοσχάρι και το κρασί τον γέροντα τον κάνει
παλικάρι.
Ο ύπνος
τρέφει το μωρό κι οι μαγεριές το γέρο.
Παλιό γιατρό
και γέρο καπετάνιο.
Πάντα ο
γέρος στο τιμόνι.
Ποτέ μην
κοροϊδεύεις ένα γέρο… Ο γέρος είναι μικρότερος από παιδί.
Σα σου
λάχει, μαύρε γέρο, για κουκιά σου μαγειρεύω, για ξερό ψωμί σου στέλνω.
Συμβουλή
γέρου και βοήθεια νέου.
Τ’ άχυρο
βαστά την πλίθα, το καλό κρασί το γέρο.
-Τι έχεις
γέρο και χορεύεις; -Δε μ’ αφήνουν τα δαιμόνια.
Το γέρο δεν
τον ρωτούν πού πονεί, αλλά πού δεν πονεί.
Το
κρασόβρεγμα το γέρο, το λιανολίθαρο τον τοίχο.
Το τέλος του
γέροντα ή πέσιμο ή χέσιμο.
Του γέρου σκόνταμμα
του χάρου μήνυμα.
Του γέρου τα
σάλια να τα σιχαίνεσαι, μα τα λόγια του να τ’ ακούς.
Του γέρου
την κλανιά μην την ακούς, τη συμβουλή του ν’ ακούσεις.
Των γερόντων
τα κανάκια πίκρες είναι και φαρμάκια.
Των γερόντων
τα παιχνίδια όλο σκόρδα και κρομμύδια, και των νιων τα παιχνιδάκια μόσκο και
γαρουφαλάκια.
Φοβού το
βρέφος σαν αγρυπνά, το γέρο σαν κοιμάται.
Χαρά στο
γέρο π’ αγρυπνά στο νέο που κοιμάται.
Χαρά στο νιο
που νοιάζεται, το γέρο που γελάει.
Χαρά στο νιο
τον τσίρλιαρη, τον γέρο σφιχτοκώλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου