ΩΡΑ...

Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Η εκτέλεση 118 Ελλήνων στο Μονοδέντρι Λακωνίας (26 Νοεμβρίου 1943). Μέρος τέταρτο



Ελένη Τζιβανοπούλου
Η Ελένη Τζιβανοπούλου, μάνα των τεσσάρων αδερφών Τζιβανόπουλου που είχαν συλληφθεί από τους Γερμανούς στην Πελοπόννησο, κατά τις επιχειρήσεις στις 22 - 23 Οκτώβρη 1943, μαθαίνοντας ότι οι γιοί της προορίζονταν για εκτέλεση, έφτασε παρακαλώντας στη γερμανική διοίκηση Τρίπολης, προκειμένου να γλιτώσει τα παιδιά της. Οι Γερμανοί και οι Έλληνες συνεργάτες τους, προκειμένου να διασκεδάσουν, την έβαλαν στο φοβερό δίλημμα να διαλέξει ένα από τα τέσσερα παιδιά της, το οποίο θα γλίτωνε την εκτέλεση. Η μάνα μη μπορώντας να διαλέξει έναν από τους Δημοσθένη, Ιωάννη, Σωκράτη και Παρασκευά, δεν διάλεξε κανένα, αλλά σάλεψε το μυαλό της.
Για πολύ καιρό τριγυρνούσε απελπισμένη στον τόπο της εκτέλεσης των τεσσάρων παιδιών της. Επίσης για πολύ καιρό έστρωνε το πρωί τα κρεβάτια τον γιων της και τα ξέστρωνε το βράδυ. Στο νεκροταφείο της Σπάρτης πήγαινε φαγητό, το άφηνε εκεί και το έτρωγαν οι νηστικοί. Όλα της τα υπάρχοντα τα δώρισε στο Αρεταίειο νοσοκομείο, όπου υπάρχει και σήμερα πτέρυγα Τζιβανόπουλου.
Ο Σταύρος Ψιμογεράκης έγραψε ένα μεγάλο ποίημα, από το οποίο παρατίθεται ένα μόνο κομμάτι, στο οποίο δίνεται και η απάντηση της μάνας, όταν τη ρωτούσαν γιατί δεν επέλεξε ένα της παιδί, ώστε να το σώσει: 
Για τούτο πήρα τα βουνά, ματάκια μου και φως μου
γιατί έχασα το είναι μου και τα συλλογικά μου.
Τους έπεσα γονατιστή, τους φίλησα τα πόδια
από τα τέσσερα παιδιά ν' αφήσουνε το ένα
και οι προδότες μου είπανε έμπα και διάλεξέ το.
Ποια σκύλα μάνα είν' αυτή που τα παιδιά διαλέγει
να κάνει βήμα στο σωρό να 'μπει και να διαλέξει;
Ποιόνε ν' αφήσω στο σωρό και ποιόν να διαφεντέψω
Το πρωτοπαίδι ή το στερνό, το δεύτερο ή το τρίτο
που όλα, και τα τέσσερα, καρδιά μου είναι αίμα.
Όρος βαρύς, όρος σκληρός, μπροστά γκρεμός, βαθύς γκρεμός, φαράγγι από ξοπίσω
ποιόνε ν' αφήσω στη σφαγή και ποιόνε να κρατήσω;
Δεν είναι γλέντι η ζωή κι ο θάνατος παιχνίδι
η τρέλα τα συλλοϊκά τρυπάει σα μαύρο φίδι.
Σαν πικραμένη Παναγιά τ' αψήλου ορθώνω το κορμί και στους προδότες λέω:
Εγώ μωρέ δεν ξεδιαλέω.
Πάρτε τους και τους τέσσερους.
Χαλάλι της πατρίδας μας.
Της λευτεριάς της ακριβής να γίνουν ηλιαχτίδα.
Τ' αηδόνια εκεί βουβάθηκαν δεν κελαηδούν στο ρέμα
βάφτηκε ο ήλιος κόκκινος έγινε ο ήλιος αίμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου