ΩΡΑ...

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Αυτού που κίνησες να πας

Αυτού που κίνησες να πας στο μακρινό ταξίδι,
θέλω να ειπείς στη μάνα σου πότε θα ‘ρθεις στο σπίτι,
να ‘χω κι εγώ μια απαντοχή, να ‘χω και την ελπίδα,
λελούδια να ‘χω στην αυλή, τριαντάφυλλα στρωμένα,
να σου ‘χω γιόμα μυστικό, και δείπνο να δειπνήσεις,
να ‘χω νερό για να λουστείς, ρούχα καλά ν' αλλάξεις,
να στρώσω και την κλίνη σου, να πέσεις να πλαγιάσεις.
- Λελούδια συ να τα χαρείς, τριαντάφυλλα να τα ‘χεις,
κι αν έχεις γιόμα, γέψου το και δείπνο δείπνησέ το,
κι αν έχεις και νερό ζεστό, λούσου το μοναχή σου,
κι αν έχεις ρούχα φόρεσ’ τα, κοιμήσου στο κρεβάτι.
Το δρόμο οπού πέρασα, δεν τον ξαναδιαβαίνω.
Θα πάω στης Άρνης τα βουνά, στης Αρνεσιάς τη βρύση,
κι έχω της γης για στρώματα, σεντόνια έχω το χώμα,
και γεύομαι τον κουρνιαχτό, δειπνάω από το χώμα,
και πίνω τ’ ωριοστάλαχτο της πλάκας το φαρμάκι.
- Σαν αποφάσισες να πας, να μην ξαναγυρίσεις,
άνοιξε τα ματάκια σου να μ’ αποχαιρετήσεις,
να μας αφήσεις το ‘χε γεια και τον μεγάλο πόνο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου