Αγάλι αγάλια, φύτευε ο γεωργός τ’ αμπέλι κι αγάλι αγάλια έγινε η αγουρίδα μέλι.
Αμπέλι για την αφεντιά σου κι ελιά για τα παιδιά σου.
Αμπέλι δίχως κλήματα και δίχως πρασινάδα, κι αγάπη δίχως πείσματα δεν έχει νοστιμάδα.
Αμπέλι όσο θωρείς, σπίτι όσο χωρείς.
Αμπέλι του χεριού σου κι ελιά του παππού σου.
Αμπέλι του χεριού σου, συκιά τον κυρού σου, κι ελιά του παππού σου.
Αμπέλια στη Βλαχιά, σπίτια στο Βουκουρέστι.
Ας πάει και το παλιάμπελο.
Αυλάκωσε τα αμπέλια σου να φας γλυκιά σταφίδα.
Αυτός σε περνάει απ’ τα πέρα αμπέλια.
Έλα, παππού μου, να σου δείξω τα αμπέλια σου.
Ελιές από τον πάππο σου κι αμπέλι από λόγου σου.
Ζήσε, μαύρε μου, να φας το Μάη τριφύλλι και τον Αύγουστο σταφύλι.
Θέρος, τρύγος, πόλεμος δεν περιμένουν.
Ιδροκοπάει ο γεωργός ολημερίς στ’ αμπέλι, ώσπου στο τέλος γίνεται η αγουρίδα μέλι.
Κάμε τρύπα, βάλε κλήμα· πάρε και καλάθι, τρύγα.
Όλα τα καλά δικά του και τ’ αμπέλια γονικά του.
Όποιος έχει αμπέλι, ας βρει δραγάτη.
Πήγε σαν το σκυλί στ’ αμπέλι.
Σιμά στ’ αμπέλια φύτευε και σε χωριό κατοίκα.
Στις δεκαεφτά, στις δεκαοχτώ, πέφτει η πούλια στο γιαλό, και πίσω παραγγέλλει, μήτε κοπάδια στο βουνό, μήτε σκαφτιάς στ’ αμπέλι.
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό και το καράβι ναύτες.
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη και το καράβι στο γιαλό θέλει καραβοκύρη.
Τ’ αμπέλι θέλει αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη.
Τα δικά σου αμπέλια φράζε και τα ξένα μη γυρεύεις.
Της Αγια-Μαρίνας σύκα, τ’ Αι-Λιος σταφύλι και τ’ Άγιου Παντελεήμονα γεμάτο το μαντήλι.
Το Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
Το Νοέμβρη και Δεκέμβρη φύτευε καταβολάδες.
Τον τρυγητή, του αμπελουργού, πάνε χαλάλι οι κόποι.
Φρου φρου και τ’ αμπέλι ξέφραγο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου