Ο Μανωλάκης Καστοριανός (Εμμανουήλ Φιλίππου) μεγαλέμπορος γουναρικών, κιουρκτσήμπασης (αρχιγουναράς) του ισναφιού της Πόλης και στην υπηρεσία του Μωάμεθ Δ΄, με καταγωγή από την Καστοριά μπορεί να θεωρηθεί ο πρώτος Έλληνας ο οποίος δικαιούται τον τίτλο του εθνικού ευεργέτη.
Έχουν σωθεί ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή του. Ο Γεώργιος Βαλέτας γράφει, ότι ήταν γιος του Πέτρου Φιλίππου, ευτελούς καταγωγής. Ο Μανωλάκης έφτασε στην Κωνσταντινούπολη άφραγκος και αγράμματος. Ο δε Νίκος Σβορώνος αναφέρει:
«Η πρώτη μεγάλη προσπάθεια για την ίδρυση σχολείων στις ελληνικές χώρες, ήδη στον 17ο αιώνα οφείλεται στη πρωτοβουλία του μεγαλέμπορου Μανωλάκη με τη συνεχή οικονομική του ενίσχυση».
Ίδρυσε σχολεία (τα οποία προικοδότησε με σημαντικά ποσά), στη Χίο (1661), στην Άρτα (1669), στην Πάτμο και στο Αιτωλικό. Το 1661 επανίδρυσε την Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης, για την οποία όχι μόνο αγόρασε ειδικό κτίριο στο Φανάρι, αλλά ανέλαβε να χρηματοδοτεί και τρεις δασκάλους, «ένα δια τα κοινά (στοιχειώδη) γράμματα, να πηγαίνει όποιον παιδί θέλει να μαθαίνει χωρίς πληρωμή, άλλον δάσκαλον της κυκλοπαιδείας δηλ. γραμματικής, ρητορικής και λογικής και έτερον τρίτον δάσκαλον σοφόν και επιστήμονα φιλοσοφίας και θεολογίας. Δίδει δε εισόδημα να τρέφονται δώδεκα μαθηταί, να έχωσι την τροφήν τους και τα ενδύματά τους από το σχολείον».
Στις 20 Μαΐου 1682 μ’ ένα γράμμα προς τους συμπολίτες τους οι Καστοριανοί της Πόλης υπόσχονται να συντρέξουν τη γενέτειρά τους στην καταπολέμηση της αμάθειας:
«Επειδή και όσα καλά εις τους ανθρώπους ευρίσκονται, η σοφία τα επενόησεν και τα ευρήκεν. Είναι λοιπόν μεγάλη μας αγνωσία οπού οι μεν άλλοι άνθρωποι και ξένοι να ποτίζονται από την πηγήν της πατρίδος μας και η εδική μας πατρίς να μένη διψασμένη και σκοτισμένη από την σκότωσιν της αμαθείας και από την δίψαν των μαθημάτων. Εσυμφωνήσαμεν λοιπόν και ημείς να σταθούμεν όλοι κοινώς με όλην μας την προθυμίαν να καταστήσωμεν και εις την εδικήν μας το λαμπρότατον τούτον και πολυωφελέστατον φως των γραμμάτων».
Και ο Απόστολος Βακαλόπουλος αναφερόμενος στα σημειώματα του κώδικα της Μητρόπολης σημειώνει: Στη σελίδα 42α του κώδικα αναγράφεται επιστολή από 20.5.1682 των Καστοριανών της Κωνσταντινούπολης που προτρέπουν τους εν Καστορία τιμιωτάτους άρχοντας όπως γράψωσιν επιστολήν προς τον εν Κωνσταντινοπόλει Καστοριέα Μανωλάκην, ίνα συνεργήση υπέρ ιδρύσεως Σχολής εν Καστορία, ως ευμοιρούσι ( Ευ = καλώς + μοίρα) τοιούτων τα Ιωάννινα, η Άρτα, το Αιτωλικόν, η Πάτμος, η Χίος, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη.
Έκανε επίσης γενναίες δωρεές στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως το μέγα και καλλιτεχνικά επεξεργασμένο ελεφαντοκόλλητον παγκάριον, με την επιγραφή «Μανουήλ υιός Πέτρου εκ Καστορίας αφοσιοί έτει ΑΧΞΘ'» (1669). Βοήθησε οικονομικά επίσης τα μοναστήρια του Αγίου Όρους και στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων.
Συνέδραμε στις εργασίες καταβάλλοντας τις δαπάνες και τα υλικά ανακατασκευής του ναού της γέννησης στη Βηθλεέμ και βοήθησε στη διαδικασία της έκδοσης της σχετικής άδειας από την Πύλη.
«Ο Μανωλάκης Καστοριανός συγκέντρωσε την απαραίτητη ξυλεία στην Ιόππη. Από εκεί με άμαξες κατευθύνθηκαν στα Ιεροσόλυμα. Αλλά στην κοιλάδα του χείμαρρου Σαλάμ, βόρεια από τους Εμμαούς, ο δρόμος ήταν δύσβατος και οι άμαξες δεν μπορούσαν να περάσουν. Βγήκαν λοιπόν οι Ορθόδοξοι από τις πόλεις Ρεμπλί, Ραμμάλα και Λύδδα καθώς και από Ιερουσαλήμ και με την δική τους προσωπική εργασία άνοιξαν την οδό προς Ιερουσαλήμ. Έτσι η μεταφορά διήρκεσε από Αύγουστο ως Δεκέμβριο. Τον Σεπτέμβριο του 1672 ξεκίνησαν η επισκευή που συμπεριελάμβανε την ανακαίνιση της στέγης, συντήρηση στους τοίχους, διάνοιξη κλεισμένων θυρών και παραθύρων κι αντίστοιχη τοποθέτηση, μαρμαρόστρωσης. Τα εγκαίνια έγιναν τον Ιούλιο του ίδιου έτους».
Συνοψίζοντας τη δράση του αυτή ένα Πατριαρχικό σιγίλιο του 1663 χαρακτηρίζει τον Μανωλάκη: «Ως άλλον τινά χρυσορρόαν Νείλον, τοις της ελεημοσύνης ρεύμασι την οικουμένην καταρδεύοντα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου