ΩΡΑ...

Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010

Η θεά Αθηνά και η αράχνη

Η θεά Αθηνά, η θεά της σοφίας και της νόησης, χάρισε στους ανθρώπους τη γνώση της υφαντικής τέχνης.

Η υφαντική τέχνη, στο μύθο, ταυτίζεται και προσωποποιείται έμμεσα, στο πρόσωπο μιας υφάντριας, της Αράχνης.

Ο κόσμος έμαθε να υφαίνει υφάσματα και να κατασκευάζει με αυτά ρούχα αλλά και στρωσίδια και χαλιά, που θα έντυναν ανάλογα με την ποιότητα των νημάτων, από τον πιο ταπεινό πολίτη, μέχρι τον πλουσιότερο βασιλιά.

Οι άνθρωποι, άρχισαν να βάφουν τα διάφορα νήματα, με φυτικά χρώματα, αλλά και με χρώματα που προέκυπταν από χημικές διεργασίες του χαλκού, του σιδήρου και άλλων μετάλλων.

Οι τεχνίτες της υφαντικής ήταν πολλοί, αλλά και κάθε γυναίκα ήξερε να υφαίνει όσα χρειαζόταν για το σπίτι, ακόμη και αν ήταν βασίλισσα.

Κάποια υφάντρια όμως, είχε τόσο μεγάλη επιδεξιότητα και ικανότητα στην υφαντική, που το όνομα της είχε γίνει γνωστό, στα πέρατα της οικουμένης. Το όνομα της υφάντριας, ήταν Αράχνη. Ήταν κόρη του Ίδμωνα, ενός ταπεινού εμπόρου πορφυρών νημάτων, και ζούσε στη χώρα της Λυδίας, στην περιοχή της Μυγδονίας.

Στα χέρια της ο αργαλειός αποκτούσε λαλιά, ενώ τα σχέδια που αποτύπωνε στα υφαντά της εξιστορούσαν ιστορίες για θεούς, ήρωες, αθανάτους και θνητούς.

Τόσο μεγάλη φήμη είχε αποκτήσει με την επιδεξιότητα της, που όλες οι οικοδέσποινες της Μυγδονίας, της ανέθεταν εργασίες για τα πλούσια σπίτια της περιοχής.

Ακόμη και οι Νύμφες στα γόνιμα εδάφη του Τμώλου της Λυδίας, εγκατέλειπαν τους πολύβλαστους αμπελώνες τους και πήγαιναν να επιβεβαιώσουν την επιδεξιότητα της Αράχνης, στην υφαντική.

Ο ίδιος ο φωτεινός θεός, ποταμός Πακτωλός, εγκατέλειπε τα δροσερά, τρεχούμενα, χρυσοφόρα νερά του και ρεύματα, για να θαυμάσει τα υφαντά της Αράχνης, ή για να παρατηρήσει πως περιστρέφοντας το χονδροειδές μαλλί στα επιδέξια δάκτυλα της, με χαριτωμένες κινήσεις, το τύλιγε σε μικρές αφράτες σφαίρες, ή πως μαλάκωνε το υπέροχο λεπτό δέρμα, και το μετέτρεπε σε λεπτές ταινίες, υφαίνοντας τες, ή πως στροβίλιζε τον ομαλό στρογγυλό άξονα, με τον ενεργητικό της αντίχειρα, ή πως με τη βελόνα της κεντούσε το ύφασμα.

Όλη αυτή η φήμη που είχε αποκτήσει και η αποδοχή της από ανθρώπους και θεούς ακόμη, έγιναν αιτία, να γίνει υπερόπτης η Αράχνη και συνέχεια υπερηφανευόταν, ότι γνώριζε την τέχνη της υφαντικής, καλύτερα και από την ίδια τη θεά Αθηνά που την χάρισε και την δίδαξε στους ανθρώπους.

Δεν αποδεχόταν η άμυαλη κόρη, πως όλες τις κινήσεις της, σοφά καθοδηγούσε η ίδια η θεά Αθηνά, και αρνιόταν πεισματικά να μοιραστεί την φήμη της με την θεά. Αντίθετα, προκλητικά καλούσε τη θεά να έρθει και να συναγωνιστεί μαζί της στην υφαντική.

«Αν με νικήσει η θεά, ας τα χάσω όλα, αρκεί να αποδείξει πως είναι καλύτερη μου».

Η θεά βλέποντας την υπεροψία της Αράχνης, μεταμορφώθηκε σε γριά, με μακριά γκρίζα μαλλιά και βακτηρία (μπαστούνι) να υποβαστάζει τα άκρα της, θέλοντας να συνετίσει με τα σοφά της λόγια την κοπέλα.

«Αγαπητό μου παιδί, η εμπειρία έρχεται με τα χρόνια και τα γεράματα δεν είναι η αιτία κάθε ασθένειας, γι’ αυτό να μην περιφρονήσεις τα λόγια μου παιδί μου. Δεν πειράζει να επαινείς τον εαυτό σου στους θνητούς, καθώς τα ευκίνητα δάκτυλα σου με επιδεξιότητα περιστρέφουν το μαλακό μαλλί, αλλά δεν πρέπει να απαρνιούνται οι θνητοί, την αξία της τέχνης της θεάς Αθηνάς, που την προσέφερε στους ανθρώπους. Αν ζητήσεις κόρη μου συγχώρεση, η θεά θα σου την χορηγήσει».

Το πρόσωπο της Αράχνης σκοτείνιασε, κοίταξε την γριά κακόβουλα και της πέταξε ένα κουβάρι νήματος που κρατούσε στο χέρι της. Θα μπορούσε η θεά να σταματήσει το χέρι που την απειλούσε, αλλά άκουσε την Αράχνη να φωνάζει, τρέμοντας από θυμό, ότι «η ανόητη παραμένει ανόητη, φθαρμένη και άμυαλη λόγω ηλικίας, που είναι η κακοτυχία της. Άφησε γριά την κόρη και τις νύφες σου, αν τις έχουν ευλογήσει οι θεοί, να ωφεληθούν εκείνες από τα λόγια σου. Η γνώση μου στην υφαντική είναι τεράστια και η γνώμη μου αμετάβλητη και τα λόγια σου γριά δεν θα μεταβάλλουν τις απόψεις μου. Σύρε και συμβούλεψε τη θεά να έρθει εδώ η ίδια και να μην αποφεύγει τον συναγωνισμό».

Ακούγοντας τις συνοπτικές φράσεις της Αράχνης, η θεά άλλαξε μορφή και από ηλικιωμένη γυναίκα, εμφανίστηκε με την αληθινή της μορφή.

Όσοι βρέθηκαν εκεί, ακόμη και οι Νύμφες της Μυγδονίας, ξαφνιάστηκαν, αλλά η Αράχνη στεκόταν προκλητικά μπροστά στη θεά, αν και αρχικά πάνιασε από το φόβο της, μετά χλόμιασε και κοκκίνισε και μετά απρόθυμα, όρμησε πάνω στην καταστροφή της, διότι δεν είχε σκοπό να χαρίσει τη νίκη στη θεά.

Αμέσως η θεά και η Αράχνη έπιασαν θέση στους αργαλειούς τους.

Μυριάδες αποχρώσεις νημάτων, αποτυπώθηκαν πάνω στα υφαντά, βασιλική πορφύρα, όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου όταν εμφανίζεται στον ουρανό και ακτινοβολεί τις ακτίνες του που απεικονίζονται στην υγρή ατμόσφαιρα, διαδίδοντας πλήθος αποχρώσεων αρμονικά ανακατεμένες, χιλιάδες αποχρώσεις συνδυασμένες με χρυσό, κάνοντας τους ιστούς να λάμπουν.

Η Αθηνά ύφανε τον Αθηναϊκό λόφο του Άρεως, όπου ο Κέκροπας έκτισε την Ακρόπολη του και ύφανε τους παλαιούς ισχυρισμούς για το όνομα της πόλης. Δώδεκα ουράνιοι θεοί, περιέβαλλαν το Δία στους υψηλούς θρόνους, καθέναν με τα χαρακτηριστικά του γνωρίσματα, όσο καλύτερα μπορούσαν να υφανθούν και να διακριθούν.

Ο Ποσειδώνας χτυπά το βράχο με την τρίαινα του, ένα άγριο άλογο ξεπηδά μπροστά του και το χαρίζει στο λαό των Αθηνών, απαιτώντας να δοθεί το όνομα του στην πόλη, ως αντάλλαγμα για το δώρο που προσέφερε.

Έπειτα η Αθηνά ύφανε το πορτραίτο της, φορώντας ασπίδα και κρατώντας λόγχη αιχμηρή στο χέρι και κράνος στο κεφάλι. Το στήθος της σωστά προφυλαγμένο από την αιγίδα, χτυπά με την λόγχη της την εύφορη γη και ξεπηδά ένα κλαδί ελιάς, που αρχίζει να βλαστάνει και να καρποφορεί. Οι δώδεκα θεοί, εμφανίστηκαν και έκριναν, ότι η ελιά ως δώρο ξεπέρασε το άλογο του Ποσειδώνα.

Η Αθηνά ανταγωνίστρια της Αράχνης και στη φήμη της, στις τέσσερις γωνίες του υφαντού της, ύφανε διάφορες σκηνές. Στη μια γωνία ύφανε τη Ροδόπη και τον Αίμο, βουνά που πρώτα ήταν άνθρωποι, αλλά ως τιμωρία μεταβλήθηκαν σε άκαμπτες ορεινές μορφές, όταν επεδίωξαν να συναγωνιστούν τους υψηλούς θεούς.

Στην άλλη γωνία, ύφανε την Ήρα που μεταμόρφωσε την πυγμαία γυναίκα που καυχήθηκε πως είναι ωραιότερη από τη θεά Ήρα και ίση με τους θεούς, σε γερανό.

Στην τρίτη γωνία, ύφανε την ιστορία της Αντιγόνης, απογόνου του Λαομέδοντα και του Ιλίου, που τόλμησε να καυχηθεί και να συγκριθεί με την Ήρα, τη μητέρα των Θεών, εγκωμιάζοντας συνεχώς την ομορφιά της. Η θεά την μεταμόρφωσε σε πελαργό με άσχημο μακρύ ράμφος και άσπρα φτερά γέμισαν τους καλλίγραμμους ώμους της.

Σε ένα μέρος της γωνίας, ύφανε την ιστορία του Κινύρα, που έκλαιγε στα σκαλοπάτια του ναού της Αφροδίτης, όπου ήταν καταδικασμένες οι τρεις κόρες του να επιδίδονται στην ιερή πορνεία. (Ο Κινύρας θεωρείται πατέρας του Άδωνη).

Η θεά τελείωσε το υφαντό της, εξωραΐζοντας την περιφέρεια του, με τα κλαδιά της ειρηνικής ελιάς, που εκείνη χάρισε στους ανθρώπους.

Η Αράχνη, ύφανε πρώτα την ιστορία της Ευρώπης που την εξαπάτησε ο Δίας και τόσο τέλεια ήταν η τέχνη της που ο ταύρος που ξεπεταγόταν μέσα από τα κύματα έμοιαζε αληθινός καθώς άρπαζε την Ευρώπη που τρομαγμένη καθόταν στην πλάτη του, καλώντας σε βοήθεια τις συντρόφους της.

Ύφανε την Αστερία καθώς την άρπαζε ο αετός, την Λήδα που δέχτηκε τα ερωτικά σκιρτήματα του Δία, που πήρε την μορφή κύκνου και την Αντιόπη που της εμφανίστηκε ως σάτυρος και γέννησε δίδυμα αγόρια. Ύφανε την Αλκμήνη, στην οποία εμφανίστηκε με τη μορφή του Αμφιτρύωνα, την Δανάη που ο Δίας την αγκάλιασε με την μορφή χρυσής βροχής και την Αίγινα που την κυνηγούσε στα νερά του Αιγαίου. Ο Δίας ως ποιμένας εμφανίστηκε στην Μνημοσύνη και στην Περσεφόνη ως φίδι.

Σε άλλο σημείο του ιστού της η Αράχνη ύφανε σκηνές από τα ερωτικά πάθη του Ποσειδώνα. Ύφανε σκηνές από τα ερωτικά πάθη του Ποσειδώνα, που παρουσιάστηκε ως ταύρος στην παρθένα Άρνη, που την αγαπούσε τρελά, ενώ ως Ενιπεύς γέννησε τα γιγαντιαία δίδυμα αγόρια, τους Αλωάδες, και ως άλογο έσμιξε με την καρποφόρο Δήμητρα. Ως κριάρι εμφανίστηκε στην Βισάλτη, ως πουλί αιωρήθηκε γύρω από τη Μέδουσα, που έγινε μητέρα του πρώτου φτερωτού αλόγου, του Πήγασου, ενώ ως δελφίνι αθλητικό, έσμιξε με τη νύμφη Μελανθώ.

Όλες οι σκηνές ζωντάνευαν σαν αληθινές μέσα από το υφαντό της Αράχνης. Παρουσίασε και τον Απόλλωνα, να μεταμορφώνεται και να παίρνει διάφορες μορφές, άλλοτε ως αγρότης, χωρικός, άλλοτε ως γεράκι, κάποτε σε καστανόξανθο μεγάλο λιοντάρι. Εξαπάτησε την Ίσιδα ως ποιμένας.

Ο Βάκχος, μεταμορφώθηκε σε τράγο, ως τσαμπί σταφύλι εξαπάτησε την όμορφη Ηριγόνη.

Ο Κρόνος ως άλογο με διπλή υπόσταση εξαπάτησε τον Χείρωνα.

Η Αράχνη για να ολοκληρώσει το υφαντό της, ύφανε γύρω γύρω στις άκρες, γιρλάντες λουλουδιών και φύλλα κισσών.

Το υφαντό της Αράχνης σαφώς αποδείχτηκε ότι ήταν ωραιότερο από της Αθηνάς. Η θεά μη μπορώντας να επικρίνει την τέλεια τέχνη, εξοργίστηκε με την ικανότητα και την επιδεξιότητα της Αράχνης, έσκισε το υφαντό της, καταστρέφοντας κάθε σκηνή που απεικόνιζε

και με τη σαΐτα που κρατούσε στο χέρι της, χτύπησε δυνατά στο κεφάλι, την Αράχνη.

Η Αράχνη δεν άντεξε την προσβολή και έδεσε στο λαιμό της ένα σχοινί και κρεμάστηκε.

Η Αθηνά είδε με οίκτο το άψυχο κορμί της κοπέλας και αποφάσισε να την μεταμορφώσει σε ένα μικρό ζωύφιο, την αράχνη, λέγοντας:

«Θα ταλαντεύεσαι σ’ ένα νήμα σε όλη σου τη ζωή».

Μ’ ένα εκχύλισμα βοτάνων της Εκάτης, ψέκασε το κορμί της κοπέλας και την μεταμόρφωσε σε αράχνη, που ακούραστα υφαίνει πανέμορφους ιστούς.

Πηγές μύθου: Ovid, Metamorphosesvi.1-145

Pliny the Elder, Naturalis historia vii.56.196

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου