ΩΡΑ...

Τρίτη 4 Ιουνίου 2019

Στα άδυτα της ανατριχιαστικής ναζιστικής αποικίας της Χιλής

Όταν γερμανοί ναζί φυγάδες και χουντικοί του Πινοσέτ φιλοτεχνούσαν τον ανδριάντα της ανθρώπινης αχρειότητας


Το όνομά της ήταν όσο πιο διαβολικά διεστραμμένο γινόταν, σύλληψη αναμφίβολα ενός άρρωστου μυαλού.
Τη λέγανε «Colonia Dignidad», «Αποικία της Αξιοπρέπειας» δηλαδή, αν και τίποτα το αξιοπρεπές ή το ανθρώπινο δεν λάμβανε χώρα εκεί.
Αντιθέτως, ήταν ένα γερμανικό «κρατίδιο», ένα σωστό κράτος εν κράτει μέσα στη Χιλή του Πινοσέτ, που λειτουργούσε με απαράβατη ιεραρχία τύπου θρησκευτικής σέχτας, προμήθευε με οπλισμό το δικτατορικό καθεστώς και στις εγκαταστάσεις του λάμβαναν χώρα βασανιστήρια πολιτικών κρατουμένων, σεξουαλικές κακοποιήσεις παιδιών και ό,τι πιο διαταραγμένο έχει σκεφτεί να κάνει ο άνθρωπος στον άνθρωπο.
Οι τίτλοι τέλους της Αποικίας της Αξιοπρέπειας, φρικιαστική στη φύση και την εκτέλεσή της, δεν θα έπεφταν μάλιστα καθόλου σύντομα. Χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες και δεκαετίες μέχρι να αποφασίσει η γερμανική Βουλή να βάλει στο μικροσκόπιο μια από τις σκοτεινότερες σελίδες της μεταπολεμικής ιστορίας της, καθώς οι νοσταλγοί του Γ’ Ράιχ δεν έλεγαν να καταλαγιάσουν μετά την πανωλεθρία του Β’ Παγκοσμίου.
Ακόμα και σήμερα, όσοι επιβίωσαν από το ναζιστικό κολαστήριο της Χιλής περιμένουν τη δικαίωσή τους τόσο από τις χιλιανές όσο και τις γερμανικές Αρχές, απρόθυμες αμφότερες να επωμιστούν το μερίδιο ευθύνης που τους αναλογεί.
Η ιστορία της Αποικίας της Αξιοπρέπειας, της Φιλανθρωπίας και της Εκπαίδευσης φέρει μέσα της όλο τον τρόμο και τη θηριωδία του ναζιστικού καθεστώτος. Ένας δεκανέας του γερμανικού στρατού, κάποιος Πάουλ Σέφερ, είχε ιδρύσει στη Γερμανία μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου μια ευαγγελική εκκλησία και ένα ορφανοτροφείο για να περιθάλψει υποτίθεται τα ορφανά του πολέμου.
Σύντομα η φιλανθρωπική πολιτεία του θα αντιμετώπιζε καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση ορφανών αγοριών, αν και προτού καν πρωτοκολληθεί η καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου, ο Σέφερ οργανώνει το colpo grosso του: πουλάει στο γερμανικό Δημόσιο το διαβόητο ορφανοτροφείο και διαφεύγει στη Χιλή, όπου με τα χρήματα του κράτους δημιουργεί έναν θρησκευτικό και βουκολικό παράδεισο υποτίθεται, αν και στην πραγματικότητα είναι ένα κολαστήριο από αυτά που τόσο αρέσκονταν να φτιάχνουν οι Ναζί.
Ο Σέφερ πήρε μαζί του καμιά εβδομηνταριά οικογένειες υποστηρικτών του ή νοσταλγών του χιτλερικού καθεστώτος, αρπάζοντας ταυτοχρόνως και εκατό ανήλικα, άλλα ορφανά και άλλα κλεμμένα από τις οικογένειές τους με πρόσχημα διάφορες προφάσεις. Προφάσεις για τις οποίες το γερμανικό κράτος έκανε ξανά τα στραβά μάτια, αν και το έγκλημα ήταν τέτοιας έκτασης που σήμερα ελέγχονται όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς. Ένας υπόδικος για παιδική κακοποίηση μεταναστεύει με εκατό παιδιά στις βαλίτσες του, αυτό είναι έγκλημα που δεν μπορεί προφανώς να περάσει στα «ψιλά» της Ιστορίας.
Αυτός έμελλε να είναι ο σπόρος του κακού που θα φυτευόταν στη Χιλή και θα απέδιδε σπορά διαστάσεων θηριωδίας, κάτω από την αδράνεια και τη συνέργεια τόσο των Γερμανών όσο και των Χιλιανών.
Η Colonia Dignidad ξεσκεπάζει άλλο ένα μαζικό έγκλημα της υφηλίου που έλαβε χώρα κάτω από τις μύτες του λαού και σε πείσμα της ίδιας της Ιστορίας και των δημοκρατικών ευαισθησιών που κυριάρχησαν υποτίθεται στη Δύση μετά το τέλος της φονικότερης παγκόσμιας σύρραξης που είδε ποτέ ο κόσμος.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ, ανακοίνωσε πέρυσι ότι το γερμανικό κράτος είναι έτοιμο να αποχαρακτηρίσει τα πιο πρόσφατα αρχεία για την αποικία της ντροπής στη Χιλή, έναν τόπο μαρτυρίου, βασανιστηρίων και σεξουαλικών κακοποιήσεων που παραμένει ορόσημο της ανθρώπινης θηριωδίας.
Πλέον 120 περίπου πρώην τρόφιμοι της κοινότητας της φρίκης έχουν καταθέσει ομαδική αγωγή αξιώνοντας αποζημίωση ύψους 1 εκατ. δολαρίων ο καθένας από το χιλιανό κράτος, το οποίο κατηγορείται ότι επέτρεψε την ίδρυση και τη δράση «μιας από τις πλέον επικίνδυνες θρησκευτικές αιρέσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας», όπως είπε ο Βίνφριντ Χέμπελ, ο δικηγόρος που εκπροσωπεί τα θύματα έχοντας υπάρξει και ο ίδιος ένα από δαύτα.
Αν και η θρησκευτική σέχτα του παιδεραστή Ναζί που κατέφυγε στη Χιλή για να σπείρει κι εκεί τη ναζιστική αθλιότητα είναι σαφώς πιο περίπλοκη και τρομερή απ’ όσα μπορούν τα έγγραφα να αποκαλύψουν. Και η αλήθεια της πιο άβολη φυσικά απ’ όσο θα ήθελαν τόσο οι γερμανοί όσο και οι χιλιανοί συνεργάτες, που πλέον κατηγορούνται ότι συγκάλυψαν τη δράση του ναζί αξιωματικού καθώς είχαν να κερδίσουν από τη σέχτα του…

Το κολαστήριο που είπαν Sociedad Benefactora y Educacional Dignidad

Καρέ από την ταινία «Αποικία» (2015)
Γνωστή στη συντομευμένη εκδοχή της ως Colonia Dignidad, η κοινότητα στήθηκε στα γρήγορα σε μια απομακρυσμένη περιοχή στα νότια της Χιλής το 1961. Ιδρυτής της ήταν ο Πάουλ Σέφερ, μπαρουτοκαπνισμένος αξιωματικός της ναζιστικής Βέρμαχτ που είχε διαφύγει τη σύλληψη για κακοποίηση αγοριών στο ορφανοτροφείο που είχε ιδρύσει στη Βόννη, έχοντας κάνει πρώτα τα κουμάντα του.
Ο Σέφερ αγόρασε στη δεκαετία του 1950 με τα πλουσιοπάροχα κονδύλια που του εξασφάλισε το γερμανικό Δημόσιο μια έκταση 130 τετραγωνικών χιλιομέτρων στη Χιλή για να ιδρύσει τη θρησκευτικού τύπου σέχτα του και να λατρευτεί ως Θεός. Όταν έφερε τους 150-200 (οι πηγές δεν συμφωνούν για τον ακριβή αριθμό) γερμανούς υποστηρικτές του και τα απαχθέντα ορφανά στη Λατινική Αμερική, αυτοανακηρύχθηκε υπέρτατος πνευματικός ηγέτης της Αποικίας της Αξιοπρέπειας παρουσιάζοντας την κοινότητα ως ειδυλλιακό τόπο για οικογενειακή ζωή!
Κάτω από τον μανδύα της κανονικότητας όμως κρυβόταν τα πιο σκοτεινά μυστικά της ομάδας. Κατά πρώτο, οι οικογένειες που διέμεναν εκεί δεν ζούσαν ενωμένες, καθώς τα παιδιά χωρίζονταν από τους γονείς μετά τη γέννησή τους και κρατούνταν σε διαφορετικά οικήματα. Καθώς μεγάλωναν μάλιστα δεν ήξεραν καν ποιοι ήταν οι γονείς τους, αφού ο μόνος ενήλικος που διατηρούσε επαφή μαζί τους ήταν ο διεστραμμένος Σέφερ, που κρατούσε τα παιδιά σκλάβους στις έκνομες σεξουαλικές του διαστροφές.
Αργότερα ο ηγέτης θα φρόντιζε να κρατά χωριστά τις γυναίκες από τους άντρες τους, απαγορεύοντας κάθε σεξουαλική ή άλλη ανθρώπινη επαφή μεταξύ τους. Όλοι τους φορούσαν πάντως παραδοσιακά ρούχα της Βαυαρίας της δεκαετίας του ’40, για να «μυρίζει» η αποικία χιτλερικό καθεστώς με τα όλα του. Η αχανής έκταση ήταν εξάλλου περιφραγμένη με ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα και φρουρούνταν νυχθημερόν από πάνοπλους στρατιώτες και εκπαιδευμένα σκυλιά, διασφαλίζοντας πως καμιά επικοινωνία με τον έξω κόσμο δεν θα λάμβανε ποτέ χώρα.


Η μυστική γερμανική κοινότητα στη Χιλή του Πινοσέτ ήταν ωστόσο πολλά περισσότερα από έναν προσωπικό παράδεισο για έναν διαταραγμένο νου. Κι εδώ αρχίζει η πολιτική ιστορία της Colonia Dignidad, πώς μετατράπηκε δηλαδή από τόπο κακοποίησης παιδιών σε κέντρο βασανιστηρίων πολιτικών κρατουμένων.
Η ερμητική κοινότητα της κοιλάδας στις παρυφές των Άνδεων, 350 περίπου χιλιόμετρα νότια του Σαντιάγο, λειτουργούσε κανονικά ως απομονωμένος παράδεισος και συνέχισε να προωθείται ως ένα «ειδυλλιακό χωριό για οικογένειες», φτάνοντας κάποια στιγμή να μετρά πληθυσμό κοντά στους 300 νοματαίους, μεταξύ αυτών και κάποιοι Χιλιανοί.
Την ώρα που ο ναζί δεκανέας συνέχισε να διοικεί με ανείπωτη βαρβαρότητα τη γερμανική κοινότητά του, η Αποικία μετατρέπεται σε μυστική φυλακή κατά τη Χούντα του στυγνού δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ από τις πρώτες μάλιστα στιγμές της δημοκρατικής εκτροπής το 1973.
Το ναζιστικό κρησφύγετο ήταν σαφές πως εξυπηρετούσε πολλούς και διάφορους, αφού με τους απολυταρχικούς κανόνες που είχε θεσπίσει ο γεννήτοράς του όλα έμοιαζαν εύκολα εκεί μέσα. Παρά το γεγονός ότι το μυστικό της ναζιστικής αποικίας έμοιαζε πια με κοινή αλήθεια, επισήμως θα έπρεπε να περιμένει ο κόσμος μέχρι το 1997 και τη φυγή του ηγέτη Σέφερ για να αποκαλυφθεί η πλήρης έκταση της θηριωδίας που λάμβανε χώρα πίσω από τις σφαλιστές της πόρτες.

Καρέ από την ταινία «Αποικία» (2015)
Οι Χιλιανοί ανακάλυπταν τώρα έντρομοι ότι ο γερμανικός θύλακας λειτουργούσε ως μυστική φυλακή, όπου οδηγούνταν μαζικά αντιφρονούντες και αντίπαλοι του καθεστώτος Πινοσέτ για να «σωφρονιστούν» ή να «εξαφανιστούν» από προσώπου γης. Μυστικά κονδύλια κατευθύνονταν τώρα από την πραξικοπηματική κυβέρνηση της Χιλής στο κολαστήριο του Σέφερ, το οποίο διέθετε πλάι στο σχολείο και το νοσοκομείο του δύο διαδρόμους προσγείωσης, δεξαμενές καυσίμων αλλά και έναν σταθμό παραγωγής ενέργειας!
Αλλά και νέες σιδερόφραχτες οχυρώσεις φυσικά, περισσότερα παρατηρητήρια, μυστικά οπλοστάσια και δυνατότερους προβολείς, ώστε να διασφαλίζεται η μυστικοπάθεια των κατοίκων της. Αλλά και η απρόσκοπτη λειτουργία στον νέο της ρόλο, ως «ειδικό κέντρο βασανιστηρίων» δηλαδή του χουντικού καθεστώτος αλλά και εργαστήριο πειραμάτων για όπλα χημικού και βιολογικού πολέμου.
Στρατιωτικοί επιστήμονες, βασανιστές και πολιτικό προσωπικό μπαινόβγαιναν πια καθημερινά στην Αποικία της Αξιοπρέπειας για να κρατούν απασχολημένους τους αντιφρονούντες ή να τους μετατρέπουν σε ανθρώπινα ινδικά χοιρίδια. Κανείς τους δεν ενοχλούνταν φυσικά από τα άλλα εγκλήματα που λάμβαναν χώρα παραδίπλα, όπως ο βιασμός των παιδιών και η απολυταρχική λειτουργία της αποικίας σε συνθήκες δουλείας.
Η κυβέρνηση της Χιλής δεν ανεχόταν άλλωστε τη ναζιστική δράκα, αλλά συνεργαζόταν ανοιχτά μαζί της, καθώς τα οφέλη που προσέφερε στον Πινοσέτ ο Σέφερ πολλά και διάφορα. Το γκέτο του έβγαζε εξάλλου εκατομμύρια μέσα από τον ιδιαίτερο τρόπο λειτουργίας του. Τα μέλη καλλιεργούσαν τη γη, έσκαβαν τα πλούσια ορυχεία και διαχειρίζονταν τις επενδύσεις της Αποικίας σε ολόκληρη τη Χιλή και δεν έπαιρναν φυσικά μία, καθώς όλα έμεναν στα ταμεία του Σέφερ που διασφάλιζε το γενικότερο καλό. Ήταν σκλάβοι, αλλά για το καλό τους.

Καρέ από την ταινία «Αποικία» (2015)
Ούτε την αποικία μπορούσε να εγκαταλείψει κανείς ούτε επαφή διατηρούσε με τον έξω κόσμο, καθώς τηλεόραση, ραδιόφωνο, Τύπος και τηλέφωνο ήταν φυσικά απαγορευμένες δραστηριότητες. Ούτε ημερολόγια δεν είχαν, καθώς ο χρόνος φαινόταν να έχει σταματήσει στον επίγειο παράδεισο του Σέφερ, εκεί που οι άνθρωποι φορούσαν παραδοσιακές αγροτικές ενδυμασίες της Βαυαρίας και δούλευαν τραγουδώντας λαϊκά τραγούδια της μαμάς πατρίδας.
Ακόμα πιο τρομακτικό είναι ίσως το γεγονός ότι ο Θείος Πάουλ, όπως ήταν γνωστός ο ναζί ηγέτης, διοίκησε τον βουκολικό του παράδεισο με φωτιά και τσεκούρι για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες! Ποιος ήξερε όμως και τι;

Η Αξιοπρέπεια και η αναξιοπρέπεια ολόγυρά της


Κατά πρώτον, οι πρώτοι που γνώριζαν ήταν οι χιλιανοί περίοικοι, αν και δύσκολα θα απέδιδε κανείς ευθύνες σε εξαθλιωμένους πολίτες που ζουν κάτω από φασιστική διακυβέρνηση. Ο Σέφερ είχε εξάλλου τη φρόνηση να εξαγοράσει τη σιωπή τους προσφέροντας στους ντόπιους θέσεις εργασίας, δωρεάν εκπαίδευση στα παιδιά τους και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε όλους. Λειτουργώντας δηλαδή ως κράτος πρόνοιας εκεί που το επίσημο χιλιανό κράτος απουσίαζε.
Στη διάρκεια των τεσσάρων δεκαετιών της Αποικίας άλλωστε, μόλις πέντε άνθρωποι κατάφεραν να αποδράσουν από το κολαστήριο. Ποιος να πιστέψει όμως τις καταγγελίες τους που έπαιξαν στον χιλιανό Τύπο της εποχής και ποιος να αποδώσει ευθύνες; Πόσο μάλλον στο πλαίσιο ενός προδοτικού καθεστώτος που συνεργαζόταν στενά με την ουτοπία του Σέφερ.
Όπως αποκαλύφθηκε μετά το 1997 από τις μαρτυρίες όσων έζησαν στην Αποικία, η φρίκη ήταν το λιγότερο ανείπωτη. Ο αυστηρός διαχωρισμός με βάση το φύλο του μέλους συμπληρωνόταν από πλήρη καταστολή των σεξουαλικών του επιθυμιών μέσω φαρμάκων και ηλεκτροσόκ (ιδιαίτερα στα νεαρά αγόρια), ζώντας ως αιχμάλωτος στις άρρωστες βουλές του Σέφερ και των υψηλόβαθμων συνεργατών του.
Ο ίδιος ο Σέφερ κακοποιούσε σεξουαλικά τα αγόρια σχεδόν σε καθημερινή βάση και όπως είχε αποκαλύψει παλιότερα η Deutsche Welle, επικαλούμενη τις μαρτυρίες των θυμάτων που επιβίωσαν, στη διάρκεια των σαράντα αυτών ετών περισσότερα από 30.000 αγόρια έπεσαν θύματα βιασμού στην Colonia Dignidad. Δεκάδες ή και εκατοντάδες παιδιά από τους γειτονικούς αγροτικούς οικισμούς εξαφανίστηκαν και βρέθηκαν αργότερα -ή δεν βρέθηκαν ποτέ- εντός των τειχών της Αποικίας.
Ο Σέφερ λατρευόταν εξάλλου ως Θεός από τα σκλαβωμένα μέλη της κοινότητάς του, τα οποία εκτός από σωματικά βασανιστήρια υποβάλλονταν και σε ψυχολογικές δοκιμασίες, αναγκάζοντάς τους να τηρούν ακόμα και όρκο σιωπής. Η καθημερινή πλύση εγκεφάλου είχε εξάλλου τις ευλογίες τόσο των Γερμανών όσο και της δικτατορίας του Πινοσέτ. Ο ναζί δεκανέας διατηρούσε στενούς δεσμούς με τη μυστική υπηρεσία της Χιλής (DINA) και οι περίοικοι έβλεπαν με εντυπωσιασμό τον επικεφαλής της DINA, Μανουέλ Κοντρέρας, να επισκέπτεται μια στο τόσο την Colonia Dignidad έχοντας στο πλευρό του τον ίδιο τον στρατηγό Πινοσέτ (τις αποκαλύψεις επιβεβαίωσε και ο γιος του Κοντρέρας).


Ο δικτάτορας κανόνισε να μεταφερθούν στο δαιδαλώδες υπόγειο δίκτυο των στοών της Αποικίας εκατοντάδες πολιτικοί κρατούμενοι, όπου βασανίζονταν υπό τους ήχους του Βάγκνερ και του Μότσαρτ και με τη βοήθεια του φθηνού ηλεκτρισμού που παραγόταν στον σταθμό ενέργειας της κοινότητας. Το δικτατορικό καθεστώς, όπως αποκαλύφθηκε χρόνια αργότερα, έκρυβε στην Dignidad όπλα αλλά και τοξικά αέρια για ώρα ανάγκης.
Ήταν αυτές οι αγαστές σχέσεις των κατεργαραίων που διασφάλισαν την ατιμωρησία του Γερμανού αλλά και τη μακροημέρευση του κολαστηρίου του. Αν και δεν ήταν μόνο οι Χιλιανοί που έκλειναν το μάτι στον Σέφερ, καθώς οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν ενημερώσει ήδη από το 1966 τη Γερμανική Πρεσβεία στο Σαντιάγο για τις ναζιστικές μεθόδους της Αποικίας. Τόσο ο πρέσβης όσο και οι υψηλόβαθμοι διπλωμάτες της Γερμανίας κράτησαν ωστόσο τα στόματά τους κλειστά και πλέον ελέγχονται κι αυτοί για τον ρόλο τους στην πελώρια συγκάλυψη του εγκλήματος.
Αν και τα όρια της σχέσης της Colonia Dignidad με τη γερμανική κυβέρνηση δεν έχουν επαρκώς διερευνηθεί, φαίνεται πως ο Σέφερ διατηρούσε δεσμούς με το επίσημο κράτος, καθώς κρατά ζωντανό το όραμα της μεγάλης Γερμανίας σε μια λατινοαμερικάνικη χώρα. Οι συνθήκες ευνοήθηκαν καθοριστικά για τον Σέφερ μετά το 1973, όταν ήρθε πραξικοπηματικά στα χιλιανά πράγματα ο Πινοσέτ, ο οποίος και γίνεται ο καλύτερος φίλος του, μεταφέροντας στην Αποικία τους αντιφρονούντες του καθεστώτος, διεξάγοντας αντιδεοντολογικά ιατρικά πειράματα (με θανάσιμες συνέπειες) και αποθηκεύοντας οπλισμό για τη διατήρησή του στην εξουσία.
Ιδιαίτερο ρόλο έπαιξε και το συντηρητικό γερμανικό πολιτικό κόμμα CSU (Χριστιανο-Σοσιαλιστική Ένωση Βαυαρίας), το οποίο θαύμαζε τον τρόπο με τον οποίο είχε μεταφέρει τις βαυαρικές παραδόσεις στις Άνδεις ο Σέφερ και δεν το έκρυβε. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βαυαρίας, Φραντς-Γιόζεφ Στράους, είχε επισκεφθεί εξάλλου την Αποικία και είχε μείνει κατενθουσιασμένος από την «εθνική δουλειά» που συντελούνταν εκεί.
Η Deutsche Welle αποκάλυψε σχετικά πρόσφατα πως πολλοί γερμανοί αξιωματούχοι και πολιτικοί είχαν φιλοξενηθεί για λίγο στις δομές της Αποικίας, ιδιαίτερα μεταξύ 1978-1982, και κανείς τους δεν είδε κάτι το περίεργο…

Το τέλος… ή και όχι


Ενδεικτικό της προστασίας που απολάμβανε η Αποικία από το καθεστώς Πινοσέτ είναι το γεγονός πως μετά την πτώση του ανηλεή δικτάτορα, ο ηγέτης Σέφερ έσπευσε να εξαφανιστεί από την κοινότητα! Ζώντας χαμένος για μερικά χρόνια, εγκατέλειψε τελικά το 1997 και τη Χιλή και συνελήφθη στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής το 2005.
Καταδικάστηκε σε κάθειρξη 33 ετών για 25 υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης, πέθανε ωστόσο το 2010 υπέργηρος στις φυλακές του Σαντιάγο από καρδιακή προσβολή. Ζωντανός παραμένει ο βασικός συνεργάτης του και αρχίατρος της αποικίας, δρ Hartmut Hopp, ο οποίος ήταν επικεφαλής των βασανιστηρίων αλλά και των πειραμάτων στα μέλη, χορηγώντας ψυχοφάρμακα και κατασταλτικές ουσίες. Τόσο ο δεύτερος τη τάξει της Αποικίας όσο και άλλα 21 μέλη της κρίθηκαν ένοχοι για παιδική κακοποίηση και βασανιστήρια αντιφρονούντων.
Τον Απρίλιο του 2006, κάποια πρώην μέλη της Αποικίας εξέδωσαν μια δημόσια απολογία ψάχνοντας συγχώρεση για τα σαράντα σχεδόν χρόνια παιδεραστίας, κακοποίησης και βασανισμών. Στην ολοσέλιδη επιστολή τους που δημοσιεύτηκε στη μεγαλύτερης κυκλοφορίας εφημερίδα της Χιλής ισχυρίστηκαν πως ήταν ο Σέφερ αυτός που έφταιξε, μιας και ήταν τόσο χαρισματικός που κυριάρχησε στο μυαλό και το σώμα τους.
Πριν από μερικά χρόνια, εφτά γερμανοί βουλευτές επισκέφθηκαν την Αποικία, που λειτουργεί πλέον ως τουριστική ατραξιόν με το όνομα «Villa Baviera», και ήταν αυτοί που κίνησαν τις διαδικασίες για τη σύσταση εξεταστικής επιτροπής. Η διερευνητική επιτροπή θα είναι μάλιστα διακομματική και το έργο της θα διευκολυνθεί καθοριστικά από τον ταυτόχρονο αποχαρακτηρισμό των απόρρητων αρχείων.


Ήταν βέβαια και η έξοδος στους κινηματογράφους της ταινίας «Colonia» το 2015 που ανάγκασε τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών, Φρανκ-Βέλτερ Σταϊνμάγερ, να ανακοινώσει εσπευσμένα ότι θα ανοίξει τα αρχεία για τη διαβόητη κοινότητα νωρίτερα από το αναμενόμενο. Ποιοι γερμανοί διπλωμάτες γνώριζαν και τι; Γιατί έκαναν όσοι έκαναν τα στραβά μάτια;
Αλλά και οι Χιλιανοί, τι γίνεται με τους Χιλιανούς; Ποιοι συνεργάστηκαν με τον Σέφερ στο ανομολόγητο έργο του; Ποιοι έστησαν εκεί το μυστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και μαρτυρίου των αντικαθεστωτικών; Αλλά και πόσοι χιλιανοί στρατιώτες και αστυνομικοί πήραν μέρος στη σκοτεινή επιχείρηση;
Σήμερα, 120 περίπου πρώην κάτοικοι της Αποικίας αξιώνουν αποζημίωση ύψους 1 εκατ. δολαρίων ο καθένας από το χιλιανό Δημόσιο. Η αγωγή στρέφεται και κατά του γερμανικού κράτους, στο οποίο προσάπτεται ότι δεν έκανε απολύτως τίποτε για να διασώσει τους υπηκόους του.
Ο ίδιος ο Σταϊνμάιερ αναγνώρισε εξάλλου ότι η διαχείριση από μέρους των γερμανικών Αρχών της υπόθεσης Colonia Dignidad κάθε άλλο παρά αποδίδει «τιμή στην ιστορία του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας». «Για πάρα πολλά χρόνια, από τη δεκαετία του 1960 ως αυτή του 1980, οι Γερμανοί διπλωμάτες στην καλύτερη περίπτωση απέστρεφαν το βλέμμα» από ό,τι συνέβαινε στην κοινότητα, σημείωσε με νόημα ο Σταϊνμάιερ, για να συνεχίσει: «Σε κάθε περίπτωση [έκαναν] ελάχιστα για την προστασία των συμπολιτών τους σε αυτή την κοινότητα».
Ο γερμανός ΥΠΕΞ παραδέχθηκε ότι ακόμη και μετά τον τερματισμό των ωμοτήτων που διαπράττονταν στην Αποικία της Αξιοπρέπειας, οι γερμανικές Αρχές δεν επέδειξαν «την αποφασιστικότητα και τη διαφάνεια που ήταν αναγκαίες για να αποδοθούν ευθύνες και να αντληθούν μαθήματα».


Οι τίτλοι τέλους στο ανοιχτό τραύμα απέχουν εμφανώς πολύ από το να πέσουν οριστικά, αφού μέσα στις πολιτικές περιπλοκές υπάρχουν και προσωπικές αξιώσεις. Παρά τη φυγή του Σέφερ εξάλλου, η κοινότητα δεν διαλύθηκε. Μετονομάστηκε, όπως είπαμε, σε Villa Baviera και αρκετά από τα ηλικιωμένα μέλη της Colonia Dignidad εξακολουθούν να ζουν εκεί, προσπαθώντας πια να προσελκύσουν τουρίστες με μουσική και γιορτές μπίρας.
Οι περισσότεροι παρέμειναν, κατά τις δηλώσεις τους, γιατί κανείς δεν είχε χαρτιά ή χρήματα, μιας και η Γερμανική Πρεσβεία δεν φαινόταν πρόθυμη να συνεργαστεί με τους ναζί φυγάδες του παρελθόντος. Δύο στους τρεις κατοίκους της τωρινής κοινότητας είναι άνω των 65 ετών και, όπως δήλωσαν στην Deutsche Welle, αισθάνονται «συναισθηματικώς ακρωτηριασμένοι»…


Πηγή: Newsbeast.gr

Ο μπαμπάς μου: Ένα "Σκέφτομαι και γράφω" λιγάκι διαφορετικό


Η πραγματική ιστορία πίσω από το πεντοζάλι και οι κρυφοί συμβολισμοί

Η «παραγγελιά» του ήρωα Δασκαλογιάννη ενός πολεμικού χορού που έγινε σύμβολο των εξεγέρσεων

Υπάρχει μια μαντινάδα η οποία λέει πως: «Όποιος δεν ξέρει και του πουν, με μιας τον πιάνει ζάλη, πως στα Σφακιά τον πόλεμο, τον κάνουν πεντοζάλι». Υπερβολικό θα πει κάποιος. Σε καμία περίπτωση…
Αν και ένα από τα βασικά στοιχεία των μαντινάδων και των κρητικών μαντιναδολόγων, είναι πράγματι η υπερβολή, σε αυτή την περίπτωση, δεν υπάρχει το παραμικρό ίχνος. Το αντίθετο. Αυτό που θέλει να μεταδώσει η συγκεκριμένη μαντινάδα είναι, μέσα σε μερικές λέξεις, η πραγματική ιστορία που κρύβεται πίσω από τη δημιουργία ενός από τους πλέον λεβέντικους χορούς.
Το πεντοζάλι (και όχι πεντοζάλη, όπως λανθασμένα αναφέρεται πολλές φορές) είναι ο χορός της επανάστασης. Ο χορός της εξέγερσης. Άμεσα συνδεδεμένος με την ιστορία της Κρήτης και με τους αγώνες της να αποτινάξει τον τούρκικο ζυγό. Είναι συνδεδεμένος με έναν από τους μεγαλύτερους πολέμαρχους που έβγαλε αυτός ο τόπος. Κυρίως, όμως, στη δημιουργία του ήταν ένα συνθηματικό που έστελνε το μήνυμα της επανάστασης απ’ άκρο σε άκρο της λεβεντογέννας!
Τίποτα σε αυτόν τον χορό δεν είναι τυχαίο. Ούτε ο αριθμός των βημάτων (τα ζάλα, που λένε οι Κρήτες), ούτε τα μέτρα, ούτε καν τα γυρίσματα που κάνει ο λυράρης και ο λαουτιέρης. Όλα τα παραπάνω έχουν να κάνουν με συμβολισμούς.

Ο Δασκαλογιάννης και το «Σώμα των Δαιμόνων»


Το 1768 η Μεγάλη Αικατερίνη της Ρωσίας κήρυξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Με προφανή στόχο να διασπάσει τις δυνάμεις των Τούρκων και να δημιουργήσει πολλές (έστω και μικρές) εστίες πολέμου δημιουργεί τα «Ορλωφικά»! Έστειλε, δηλαδή, τους  αδελφούς Ορλώφ επικεφαλής ρωσικής δύναμης που θα χτυπούσαν τους Οθωμανούς στη Πελοπόννησο.
Πρωταγωνιστές σε εκείνον τον ξεσηκωμό ήταν οι Μανιάτες αλλά και αρκετοί Σφακιανοί οι οποίοι έφυγαν από την Κρήτη προκειμένου να πολεμήσουν στο πλευρό των πατριωτών τους. Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό η φωτιά του πολέμου δεν άργησε να φτάσει και στα Σφακιά. Την ορεινή, άγρια και αφιλόξενη για κάθε είδους κατακτητή περιοχή της μεγαλονήσου.
Εκεί, δεσπόζουσα μορφή ήταν ο Ιωάννης Βλάχος. Ένας σπουδαίος άνθρωπος, πλούσιος και μορφωμένος που απολάμβανε τον σεβασμό των Κρητών οι οποίοι τον φώναζαν «Δάσκαλο». Σύντομα ο, γεννημένος το 1722 άνδρας πήρε το προσωνύμιο Δασκαλογιάννης και έμελλε να είναι αυτός που θα ξεσηκώσει τους Σφακιανούς κατά του Οθωμανικού ζυγού.


Ο Δασκαλογιάννης με τη βοήθεια ενός άλλου περιώνυμου πολεμιστή, του Γιωργακομάρκου, δημιούργησαν τον χειρότερο εφιάλτη των Τούρκων. Μια ειδική μονάδα, επίλεκτων πολεμιστών οι οποίοι ειδικεύονταν στον ανταρτοπόλεμο και δη στις νυχτερινές επιδρομές. Οι Τούρκοι τους είχαν ονομάσει «Σεϊτάν τακίμι», δηλαδή «Σώμα Δαιμόνων»!
Τον Απρίλιο του 1770 ξεσπά η Κρητική επανάσταση με μπροστάρη τον «Δάσκαλο τον Γιάννη». Στην αρχή οι νίκες είναι πολλές και οι Οθωμανοί πληρώνουν ακριβό τίμημα. Ο πασάς των Χανίων, ωστόσο, συγκέντρωσε δύναμη 15.000 αντρών και σταδιακά λύγισε την αντίσταση των Κρητικών. Το τέλος της επανάστασης ήρθε με το φρικτό τέλος του Δασκαλογιάννη, στις 17 Ιουνίου του 1971, και αφού νωρίτερα, οι Οθωμανοί μπήκαν μετά από χρόνια στα Σφακιά.

Η προετοιμασία της επανάστασης και το πεντοζάλι


Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της επανάστασης, ο Δασκαλογιάννης συγκέντρωσε όπλα και εφόδια και παράλληλα φρόντισε, ώστε, σημαντικές -από θέμα στρατηγικής- περιοχές και σημεία του ορεινού όγκου των Χανιών να οχυρωθούν. Επιπλέον, όμως, είχε να κάμψει τις αντιρρήσεις επιφανών Σφακιανών οι οποίοι θεωρούσαν πως δεν μπορούν να μπουν σε μια ευθεία αντιπαράθεση με τους Οθωμανούς.
Την ίδια στιγμή, έπρεπε να στείλει το μήνυμα της επικείμενης επανάστασης στα πέρατα της Κρήτης αλλά αυτό σίγουρα δεν ήταν εύκολο καθώς ναι μεν οι Σφακιανοί είχαν μια σχετική ευχέρεια κινήσεων αλλά δεν ίσχυε το ίδιο και για την υπόλοιπη Κρήτη και ιδιαίτερα στις πεδινές περιοχές της.
Μια από τις πολλές ιδέες που είχε ο Δασκαλογιάννης προκειμένου να «σπάσει» αυτό το «τοίχος» απομόνωσης  που είχαν φτιάξει οι Οθωμανοί ήταν να χρησιμοποιήσει κάτι που οι Κρητικοί, ουδέποτε εγκατέλειψαν, ακόμα και στα πιο δύσκολα και σκοτεινά χρόνια που βίωσε η Κρήσσα γη. Τον χορό και το τραγούδι.


Έστειλε, λοιπόν, ένα μήνυμα σε έναν από τους πιο γνωστούς και βιρτουόζους βιολιτζήδες που υπήρχαν τότε στο νησί ο οποίος ήταν ικανός να μεταφέρει και να διαχύσει το μήνυμα της επερχόμενης επανάστασης. Από εκείνη την επικοινωνία μεταξύ των δυο ανδρών γεννήθηκε αυτό που σήμερα ξέρουμε σαν πεντοζάλι. Η δημιουργία του, ωστόσο, μόνο εύκολη δεν ήταν. Η «γέννηση» του ήταν προϊόν της ανάγκης και ήταν γεμάτη μυστικά και κρυφά μηνύματα…

Οι κρυφοί συμβολισμοί ενός χορού που έγινε σύμβολο
Στα μέσα του 1769, ο Δασκαλογιάννης στέλνει μια επιστολή στον βιολάτορα της εποχής Στέφανο Τριανταφυλλάκη ή Κιώρο από το Γαλουβά Λουσακίων Κισσάμου με την οποία του ζητά να ετοιμάσει έναν… νέο χορό και να πάει να τον συναντήσει, ώστε να τον χορέψουν όλοι μαζί.
Κατά την παράδοση -όπως την κατέγραψε ο μουσικός Κωστής Παπαδάκης ή Ναύτης και την επιβεβαιώνει ο Ιωάννης Τσουχλαράκης στο βιβλίο του «Οι χοροί της Κρήτης και αλλού»- εκείνη η επιστολή του Δασκαλογιάννη μόνο αθώα δεν ήταν. Σε αυτήν, ο ήρωας της Κρητικής Επανάστασης ζητά από τον δημιουργό το τραγούδι να διακρίνεται από το πέμπτο του ζάλο (βήμα, δηλαδή) και να αναφέρεται στους… δώδεκα «κουμπάρους».


Φυσικά και σε εκείνη την επιστολή τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Κεκαλυμμένα ο Δασκαλογιάννης αποκαλύπτει την προετοιμασία της επανάστασης. Το πέμπτο ζάλο είναι η πέμπτη στη σειρά προσπάθεια των Κρητών να αποτινάξουν τον Τούρκικο ζυγό. Οι «δώδεκα κουμπάροι», είναι οι δώδεκα οπλαρχηγοί που θα ηγούντο της επανάστασης!
Έτσι, ο Κιώρος παίρνει έναν αρχέγονο ρυθμό, τον πυρρίχιο, τον φέρνει στα μέτρα της δικής του εποχής και δημιουργεί το πεντοζάλι. Η ερμηνεία πως το ονόμασε έτσι επειδή έχει πέντε ζάλα είναι απλά το προκάλυμμα. Πέρα από τους συμβολισμούς που έβαλε ο ίδιος ο Δασκαλογιάννης, ο Κιώρος βάζει τα δέκα βήματα σε ανάμνηση της ημέρας κατά την οποία οι Σφακιανοί έλαβαν την απόφαση της Επανάστασης.  Της 10ης Οκτωβρίου (του 10ου μήνα, δηλαδή) του 1769. Επιπλέον, φτιάχνει έτσι τη μουσική ώστε να απαρτίζεται από δώδεκα παρτές (μουσικές φράσεις ή αν προτιμάτε γυρίσματα ή σκοπούς όπως τις λένε στην επαρχία του Κίσσαμου), προς τιμήν των δώδεκα ηγετών του ξεσηκωμού!



Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, πως ακόμα και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, στις επαρχίες Σελίνου και Κισάμου, όταν χόρευαν πεντοζάλι, στο άκουσμα κάθε σκοπού της μουσικής φώναζαν το όνομα του καπετάνιου στον οποίο αντιστοιχούσε ο σκοπός!
Σε ότι αφορά τον Δασκαλογιάννη, λίγα χρόνια μετά το μαρτυρικό τέλος του και συγκεκριμένα το 1786, έγινε ο ήρωας ενός παραδοσιακού κρητικού τραγουδιού που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί και ως ένα σύγχρονο ομηρικό έπος. Ένας αγράμματος τυροκόμος από τα Σφακιά, ο μπαρμπα-Παντζελιός διηγήθηκε την ιστορία του κρητικού οπλαρχηγού σε 1.034 δεκαπεντασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους.


«Θε μου και δώσ' μου φώτιση, καρδιά σαν το καζάνι, να κάτσω να συλλογιστώ τον Δάσκαλο τον Γιάννη» αναφέρει αρχικά το τραγούδι το οποίο μελοποιήθηκε αποσπασματικά το 1978 από τον παπα-Αγγελο Ψυλλάκη, εφημέριο από τα Σφακιά και εκτελεστή ριζίτικων τραγουδιών και ενέπνευσε πολλούς δημιουργούς όπως ο Γιάννης Μαρκόπουλος αλλά και τον κρητικό μουσικό Αντώνη Μαρτσάκη ο οποίος το συμπεριέλαβε στον τελευταίο του δίσκο.

Πηγή: Newsbeast.gr

Δημήτριος Χαύτας: Ο αγωνιστής της ελληνικής επανάστασης που έδωσε το όνομά του στα Χαυτεία


Η είδηση του θανάτου του έκανε το γύρο του κόσμου, παρότι δεν ήταν πολιτικός, ούτε είχε περιουσία. Ήταν ο τελευταίος από τους αγωνιστές της ελληνικής επανάστασης που έφυγε από την ζωή κι ένας από τους μακροβιότερους Έλληνες όλων των εποχών. Το όνομά του ζει, καθώς έχει δοθεί σε μια περιοχή στο κέντρο της Αθήνας. Κι όμως, είναι εξαιρετικά λίγες οι πληροφορίες που υπάρχουν γι’ αυτόν, ώστε σήμερα ακόμη και το όνομά του αναφέρεται λάθος. Ήρθε η ώρα να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια.
«Ο Ανδρέας Χάφτας, ο τελευταίος βετεράνος των ελληνικών πολέμων της ελευθερίας του 1821, πέθανε πρόσφατα στην Αθήνα σε ηλικία 116 ετών. Συχνά εξέφραζε την επιθυμία να ζήσει μέχρι το 1901, προκειμένου να μπορέσει να πει ότι είδε τρεις αιώνες». Αυτό αναγραφόταν στην αμερικανική Chicago Tribune στις 11 Μαΐου 1895.
Αντίστοιχες αναφορές δημοσιεύτηκαν την ίδια περίοδο και σ’ άλλες αμερικανικές εφημερίδες. Νωρίτερα (ήδη από τα τέλη Απριλίου) ο θάνατος του Χαύτα είχε βρει θέση σε ολλανδικές και γερμανικές εφημερίδες, ενώ το καλοκαίρι του 1895 θα φιλοξενούταν ως είδηση τριών γραμμών ακόμη και στις εφημερίδες της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας. Σε όλα τα δημοσιεύματα το κείμενο ήταν σχεδόν πανομοιότυπο, με ορισμένες εφημερίδες να προσθέτουν ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ο Χαύτας έπαιρνε σύνταξη από το ελληνικό δημόσιο, όπως επίσης ότι η κηδεία του έγινε δημοσία δαπάνη.
Και ενώ ο Χαύτας (που, όσο ζούσε, είχε τη σπάνια τύχη να δει μια ολόκληρη περιοχή στο κέντρο της Αθήνας να παίρνει τ’ όνομά του - τα Χαυτεία) όντως πέθανε σε τόσο προχωρημένη ηλικία και ήταν όντως ο τελευταίος από τους αγωνιστές της ελληνικής επανάστασης (αν και όχι ένας από τους μεγάλους οπλαρχηγούς του αγώνα για την ελευθερία), οι ξένες εφημερίδες έγραψαν και κάποιες ανακρίβειες. Του αποδόθηκαν κάποιες ελάχιστες τιμές, αλλά δεν είναι ξεκάθαρο αν κηδεύθηκε όντως δημοσία δαπάνη, ενώ - το σπουδαιότερο - το όνομά του… δεν ήταν Ανδρέας!
Το πρόβλημα είναι ότι 120 χρόνια μετά, το όνομα του ανθρώπου αυτού με τις τόσες πολλές πρωτιές, αγνοείται και από τις ελληνικές πηγές. Αλλού αναφέρεται ότι τα Χαυτεία οφείλουν την ονομασία τους αόριστα σε κάποιον ιδιοκτήτη καφενείου στην περιοχή, παραγνωρίζοντας ότι επρόκειτο για έναν από τους αγωνιστές του 1821, ενώ άλλες πηγές τον αναφέρουν ως Γιάννη ή Κώστα Χαύτα. Μόνο που ο άνθρωπος δεν ονομαζόταν ούτε Ανδρέας, ούτε Γιάννης, ούτε Κώστας!
Ο Δημήτρης Χαύτας, όπως ήταν το πραγματικό ονοματεπώνυμό του, γεννήθηκε στην Τρίπολη το 1779. Σε νεαρή ηλικία - άγνωστο όμως το πότε ακριβώς - μετανάστευσε στη Σμύρνη, όπου εργάστηκε αρχικά ως υπάλληλος σε εμπορικό κατάστημα. Λίγα χρόνια αργότερα εντάχθηκε στον ιδιωτικό στρατό του Καρασμάνογλου, φρουρώντας τα κτήματά του στο Αϊδίνιο. Εκεί γνώρισε τον Γκριζώτη, πρωτοπαλίκαρο του Καρασμάνογλου με καταγωγή από την Εύβοια. Όταν ξέσπασε η επανάσταση το 1821, ο σαραντάρης Χαύτας μαζί με τους Γκριζώτη και Καρασμάνογλου έσπευσαν στο πλευρό των επαναστατών.
Ειδικά ο Χαύτας φέρεται να διακρίθηκε στη μάχη του Πέτα ως σημαιοφόρος του Παναγιώτη Γιατράκου, να παρευρέθηκε στην άλωση της Τριπολιτσάς υπό τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα, όπως επίσης να συμμετείχε στη μάχη στα Πέντε Όρνια της Άμφισσας υπό τον Νάκο Πανουργιά, στις μάχες της Ακρόπολης Αθηνών υπό τον Μακρυγιάννη, της Πύλου υπό τον γέρο-Αναγνωσταρά, της Πάτρας υπό τον Γιατράκο, του Άργους υπό τον Κολιόπουλο κατά του Δράμαλη.
Το 1835 αναγνωρίστηκαν οι υπηρεσίες που είχε προσφέρει στον Αγώνα και διορίσθηκε ανθυπολοχαγός της Βασιλικής Φάλαγγας, ενώ του απονεμήθηκαν και παράσημα. Το 1838, ο σχεδόν 60χρονος Δημήτριος Χαύτας παντρεύτηκε μια 14χρονη κοπέλα, την Αικατερίνη, με την οποία ήταν παντρεμένος ως το θάνατό του. Το 1843, τάχθηκε στο πλευρό του κινήματος υπέρ του Συντάγματος, ενώ στο σπίτι του - αυτό τουλάχιστον γράφτηκε - κατασκευαζόταν κρυφά πυρίτιδα, η οποία στη συνέχεια τοποθετούταν σε κοφίνια, το πάνω μέρος των οποίων ήταν γεμάτα από σταφύλια, ώστε να εξαπατώνται οι φύλακες.
Το 1845, ο Χαύτας διέθετε ήδη αρκετή περιουσία και αγόρασε μια μεγάλη έκταση στην περιοχή των σημερινών Χαυτείων. Εκεί ανήγειρε ένα καφενείο, το οποίο και ονόμασε «Καφενείο των Γερόντων». Κι επειδή εκεί ήταν μόνος, ολομόναχος (αφού η οδός Σταδίου της εποχής δεν είχε καμία απολύτως σχέση με τη σημερινή), όλοι έλεγαν «Πάμε στον Χαύτα!» κι έτσι βγήκε η ονομασία Χαυτεία. Επιπλέον ο Χαύτας ασχολήθηκε με το εμπόριο αποικιακών υφασμάτων, χάρη στα οποία αύξησε σημαντικά την περιουσία του, απέκτησε πολλά κτήματα, ενώ του ανήκε όλη η περιοχή, όπου αργότερα ανεγέρθηκε το μέγαρο Καυταντζόγλου. Σε δημοσίευμα του 1895 αναφερόταν ότι στο μέρος, όπου ανεγέρθηκε η οικία του αρχιτέκτονα Καυταντζόγλου, βρισκόταν και το καφενείο των «Γερόντων». Τελικά, ύστερα από δεκαετή διαμονή στα Χαυτεία, ο Χαύτας αναγκάστηκε ν’ αποσυρθεί στη Βάθεια (σήμερα πλατεία Βάθης), όπου διέθετε μικρότερα κτήματα.
Εν τω μεταξύ, οι ελληνικές κυβερνήσεις τον τίμησαν με δύο ακόμη παράσημα για τις υπηρεσίες του, ενώ προβιβάσθηκε σε υπολοχαγό και λοχαγό της φάλαγγας, αν και δημοσιεύματα - με αφορμή το θάνατό του - έκαναν λόγο για ένα «πικρό παράπονο» που είχε, ότι αισθανόταν παραγκωνισμένος από τον κόσμο και την επίσημη κυβέρνηση.
Ο ίδιος, πάντως, ήταν πολύ δημοφιλής στη Βάθεια, όπου οι θαυμαστές του σχημάτιζαν κύκλο στα διάφορα καταστήματα της περιοχής και ο Χαύτας τους διηγούταν ιστορίες από την επανάσταση. Μόνο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο πριν το θάνατό του δεν έβγαινε καθόλου από το σπίτι του στον Άγιο Παύλο λόγω γήρατος. Και στις 7 Μαρτίου 1895 (π.η.), ο Δημήτριος Χαύτας έφυγε από την ζωή, ο τελευταίος των αγωνιστών του 1821, σε ηλικία 116 ετών!
«Μόνον άνδρες παρωχημένης εποχής, άνδρες της σωματικής διαπλάσεως, και των απλών και πατριαρχικών ηθών των ανδρών του 21, ηδύναντο να φθάσωσι τον αιώνα και να υπερπηδήσωσιν αυτόν» εκτιμούσε η Ακρόπολις (08.03.1895)
Ποιο ήταν το μυστικό της μακροζωίας του; Η εφημερίδα Ακρόπολις δημοσίευσε το καθημερινό του πρόγραμμα - όσο ακόμη μπορούσε να βγαίνει από το σπίτι. Κάθε πρωί, όταν ξυπνούσε, έκανε βόλτα στην αγορά «ντούρος χωρίς να καμπουριάζη». Έτρωγε πάντοτε χόρτα, τα οποία υπεραγαπούσε, σπάνια όμως έτρωγε κρέας. Παραδόξως, το τσιγάρο δεν κατέβαλε την υγεία του κι ας ήταν συνέχεια μ’ ένα τσιγάρο στο στόμα. Έπινε πολύ λίγο κρασί, όμως κοιμόταν πολύ, ενώ πάντοτε ήταν εύθυμος χαρακτήρας. Ουδέποτε φόρεσε γυαλιά. Η μνήμη του και γενικότερα οι διανοητικές του ικανότητες ήταν ισχυρές μέχρι το τέλος της ζωής του.
Η ίδια εφημερίδα περιέγραψε την εικόνα του Χαύτα στο νεκρικό κρεβάτι: «Η μορφή του γαλήνιος και λευκοτάτη απέπνεεν όλην την γλυκύτητα και το άρωμα της ηρωικής του καρδίας, το αρρενωπόν δε άμα και το αφελές όπερ διέκρινε τους άνδρας της παλαιμάρχου εκείνης εποχής ζωηρόν εισέτι απετυπούτο επί του ωχρολεύκου προσώπου του. Και υπό το λευκά του βλέφαρα εκατόν δεκαέξ ενιαυτοί εκοιμώντο! Την σεβασμίαν του κεφαλήν έστεφε το Ελληνικόν φέσιον με την χρυσήν κορώναν, και χρυσά και ατίμητα πισλιά εστόλιζον το ηρωικόν του στήθος». (09.03.1895)
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Εστίας, όταν ο Χαύτας ήταν νέος ακόμη, είχε κερδίσει στα χαρτιά ένα τεράστιο χρηματικό ποσό πολλών χιλιάδων δραχμών. Μετά το παιχνίδι, όμως, έβαλε κάτω ένα σταυρό και τον πάτησε ορκιζόμενος να μην ξαναπαίξει ποτέ, όπως και έγινε, τηρώντας τον όρκο του μέχρι το τέλος της ζωής του.
Τέσσερις - πέντε ώρες πριν το θάνατό του, γύρω στις 10 το βράδυ της 6ης Μαρτίου, ο Δημήτριος Χαύτας τραγουδούσε ένα τραγούδι του Μάρτη περικυκλωμένος από τα εγγόνια και τα δισέγγονά του. (Σύμφωνα με την Ακρόπολις ήταν το «Πετροχελιδόνα πέρασε και μας εχαιρέτισε/ Μας άφησε την υγειά και την χαρά/ Έξω ψύλλοι, ποντικοί· μέσα Μάρτης και χαρά/ Και καλή νοικοκυρά»!) Λίγες ώρες νωρίτερα είχε φάει - για πρώτη φορά μετά από έξι μέρες - μια φέτα ψωμί, ήπιε ένα φλιτζάνι καφέ και αφού έστριψε ένα τσιγάρο, το κάπνισε με το τσιμπούκι του. Στις 2.30΄ το πρωί της 7ης Μαρτίου ζήτησε λίγο νερό, το ήπιε και λίγο μετά πέθανε.
Η είδηση του θανάτου του δεν δημοσιεύθηκε σ’ όλες τις εφημερίδες, χωρίς όμως να λείψουν και τα πλούσια αφιερώματα σε όσες τον θυμήθηκαν - τα οποία και αποτέλεσαν πολύτιμη πηγή πληροφοριών για το παρόν αφιέρωμα. Άλλωστε η ειδησεογραφία ήταν γεμάτη από την προεκλογική κίνηση των συνδυασμών εν όψει των εκλογών της 16ης Απριλίου, καθώς επίσης από το σασπένς γύρω από το φρικιαστικό έγκλημα με θύμα ένα ακέφαλο σώμα, που είχε βρεθεί λίγες μέρες νωρίτερα στον Πειραιά.
Μια από τις λίγες εφημερίδες, που αναφέρθηκαν στο θάνατο του Δημητρίου Χαύτα, ήταν το Άστυ: «Πάει και ο Χαύτας! 116 ετών! Λείψανον του ιερού αγώνος. Εγεννήθη εις τα 1779! Φοβερός και τρομερός πολεμιστής αρχομένου του αιώνος, αγαθώτατος και φαιδρότατος γεροντάκος λήγοντος αυτού. Εις των σπανιοτέρων τύπων της παλαιάς εκείνης γενεάς. Με τις φουστανέλλες του, το φέσι του, την πάλα του, το σελάχι του, τ’ άσπρα του τα μαλλιά, έμοιαζε σαν ζωντανή ακουαρέλα του Λάντσα. Εκ του ονόματός του ωνομάσθησαν τα περίφημα Χαυτεία. Αυτός πρώτος ίδρυσεν εκεί κάτω μία ξύλινη μπαράγκα, η οποία με τον καιρόν μετεμορφώθη εις καφενείον των Γερόντων. Το τι συζητήσεις και ιδίως πολιτικαί έχουν γείνει εκεί μέσα ένας Θεός το ξέρει. Τα Χαυτεία ήσαν άλλοτε μικρά Βουλή, χωρίς στενογραφημένα πρακτικά και υπουργεία […]» (09.03.1895)
Ωστόσο, φαίνεται ότι πολύς κόσμος έσπευσε στην οικία του παλαίμαχου αγωνιστή στην πλατεία Βάθης για να τον αποχαιρετήσει, ενώ στις 10 το πρωί της 8ης Μαρτίου έγινε η κηδεία του, λιτή και χωρίς πολυτελή στεφάνια, στην οποία χοροστάτησε ο Μητροπολίτης, ενώ λόχος πεζικού επικεφαλής της μουσικής της φρουράς απέδωσε τιμές στον Δημήτριο Χαύτα. Απουσίαζαν όμως οι επίσημοι, κάτι που σχολιάστηκε αρνητικά.
Η εφημερίδα Ημέρα σημείωνε: «Είνε αληθές ότι η κηδεία του εγένετο πενιχρά, διότι ο αγωνιστής Δημ. Χαύτας δεν έτυχε να τον ρεκλαμάρη κανείς προ του θανάτου του, και διότι δεν ανήκει εις τον σύλλογον των αλληλοθαυμαστών, ουδέ εις την σπείραν των νεοελθόντων μεγάλων πατριωτών και ευεργετών, και διά τούτο ούτε μεγάλα γαλόνια, ούτε ψηλά καπέλλα συνώδευσαν τον νεκρόν του τελευταίου αγωνιστού. Αλλά νομίζομεν ότι ο ευτυχέστερος των παρ’ ημίν υπήρξε ο αοίδημος Χαύτας, όστις κατώρθωσεν ώστε και τον νεκρόν του ακόμη να μη τον πλησιάσουν οι Αβδηρίται της εποχής». (10.03.1895)
Πώς όμως ήταν οπτικά ο 116ετής Δημήτριος Χαυτάς; Η εικόνα αυτή δημοσιεύτηκε στην Ακρόπολη, που έκανε λόγο για μια «νεωτάτη» και
«επιτυχεστάτη» φωτογραφία.
Πηγές:
Τα αρχεία των εφημερίδων:
Ακρόπολις: 08 και 09.03.1895
Το Άστυ: 08.03.1895
Εστία: 09.03.1895
Ημέρα: 10.03.1895
Νέα Εφημερίς: 08 και 09.03.1895
Ola-ta-kala.blogspot.


Περί αγνοίας


Στη μήτρα μιας μητέρας βρίσκονται δύο μωρά. Το ένα ρωτά το άλλο: «Πιστεύεις στη ζωή μετά τον τοκετό;» κι εκείνο απάντησε, «Γιατί ρωτάς; Φυσικά. Κάτι θα υπάρχει μετά τον τοκετό. Μπορεί να είμαστε εδώ για να προετοιμαστούμε, για αυτό τι θα ακολουθήσει αργότερα».
«Ανοησίες», είπε το πρώτο. «Δεν υπάρχει ζωή μετά τον τοκετό. Τι είδους ζωή θα ήταν αυτή»;
Το δεύτερο είπε, «Δεν ξέρω, αλλά θα υπάρχει περισσότερο φως από ό,τι εδώ. Ίσως να περπατάμε με τα πόδια μας και να τρώμε με το στόμα. Ίσως να έχουμε περισσότερες αισθήσεις που δεν μπορούμε καν να φανταστούμε τώρα».
Το πρώτο απάντησε: «Αυτό είναι παράλογο! Το περπάτημα είναι αδύνατο. Και να τρώμε με το στόμα; Γελοίο! Ο ομφάλιος λώρος μας δίνει την τροφή και όλα όσα χρειαζόμαστε. Αλλά ο ομφάλιος λώρος είναι πολύ κοντός. Οπότε, η ζωή μετά τον τοκετό, λογικά, αποκλείεται».
Το δεύτερο όμως επέμενε, «Λοιπόν, νομίζω ότι υπάρχει κάτι και ίσως είναι διαφορετικό από ό,τι είναι εδώ. Ίσως να μη μας χρειάζεται αυτό το φυσικό 'καλώδιο' πια».
Και το πρώτο απάντησε, «Ανοησίες. Και επιπλέον, αν υπάρχει ζωή, τότε γιατί ποτέ κανείς δεν έχει γυρίσει πίσω από εκεί; Ο τοκετός είναι το τέλος της ζωής, και μετά από τον τοκετό & δεν υπάρχει τίποτα, παρά μόνο σκοτάδι, σιωπή και λήθη. Δεν οδηγεί πουθενά».
«Λοιπόν, δεν ξέρω», λέει το δεύτερο, «αλλά σίγουρα θα συναντήσουμε τη μητέρα και αυτή θα μας φροντίσει».
Τότε το πρώτο μωρό απάντησε, «Μητέρα; Πιστεύεις στη μητέρα; Αυτό είναι γελοίο. Αν η μητέρα υπάρχει, τότε πού είναι τώρα»;
Το δεύτερο είπε: «Είναι παντού γύρω μας. Είμαστε περικυκλωμένοι από αυτήν. Είμαστε μέρος της. Είναι μέσα της που ζούμε. Χωρίς αυτήν, αυτός ο κόσμος δεν θα μπορούσε καν να υπάρχει».
Τότε είπε το πρώτο, «Λοιπόν, εγώ δεν την βλέπω, έτσι είναι λογικό ότι δεν υπάρχει».
Και τότε το δεύτερο μωρό απάντησε, «Μερικές φορές, όταν κάνεις ησυχία και επικεντρωθείς και ακούσεις πραγματικά, μπορείς να αντιληφθείς την παρουσία της, και μπορείς να ακούσεις την αγαπημένη της φωνή, να σε καλεί από πάνω».

Του Ούγγρου συγγραφέα Útmutató a Léleknek.